«Ο απαρηγόρητος»
Ο Καζούο Ισιγκούρο διδάσκεται στα ελληνικά λύκεια. Το διήγημά του "Family supper" περιλαμβάνεται σε σειρά μαθημάτων εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας. Ομως ο Ισιγκούρο είναι γιαπωνέζος και μάλιστα με προγόνους σαμουράι. Γεννήθηκε στο Ναγκασάκι το 1954 και στα έξι του ήλθε στην Αγγλία επειδή ο πατέρας του ήταν ωκεανογράφος και συμμετείχε στα ερευνητικά προγράμματα των κοιτασμάτων πετρελαίου της Βορείου θάλασσας. Ο Ισιγκούρο μεγάλωσε στο Guildford, στο Surrey. Μιλούσε γιαπωνέζικα στο σπίτι και αγγλικά όταν έβγαινε έξω. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Κent και παρακολούθησε το σεμινάριο "δημιουργικής γραφής" στο πανεπιστήμιο East Anglia με καθηγητή τον Malcom Bradbury. Δημοσίευσε διηγήματα και έγραψε θεατρικά έργα για την τηλεόραση. Το 1982 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα "Η χλομή θέα των λόφων" (ελλην.εκδ. ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ ΛΙΒΑΝΗΣ) που βραβεύτηκε από την Royal Society of Literature. Το 1983 το περιοδικό Granta τον συμπεριλαμβάνει στους είκοσι καλύτερους Βρετανούς συγγραφείς. Ο Ισιγκούρο μόλις τότε είχε πάρει την Βρετανική υπηκοότητα. Στην εικοσάδα υπήρχαν ακόμη ο Martin Amis, η Pat Barker, ο Julian Barnes, ο Ian Mc Ewan, ο Salman Rusdie, ο Graham Swift, η Rose Tremain (όλοι τους και σε ελληνικές εκδόσεις). Το 1986 με το βιβλίο του "Ενας καλλιτέχνης του ρευστού κόσμου" (ελλην.εκδ. ΕΣΤΙΑ) κερδίζει το σημαντικό βραβείο Whitbread Book of the year και το 1989 παίρνει το Booker Prize για "Τα απομεινάρια μιας ημέρας" (ελλην.εκδ.ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ) που γυρίστηκε ταινία σε σκηνοθεσία του James Ivory. Το 1993 το περιοδικό Cranta, δέκα χρόνια μετά από το πρώτο τους αφιέρωμα, ξεχωρίζει άλλους είκοσι συγγραφείς. Από την λίστα του '83 υπάρχουν μόνον ο Ισιγκούρο και ο Adams Mars-Jones και δίπλα τους οι νεώτεροι Ian Banks, ο Louis de Bernieres, ο Alan Hollinghurst, ο Ben Okri, ο Caryl Phillips, η Jeanette Winterson (επίσης σε ελληνικές εκδόσεις). Το 1995 σε μια έκθεση του Βρετανικού Συμβουλίου με θέμα "Σύγχρονοι Βρετανοί μυθιστοριογράφοι" ο Ισιγκούρο και ο Graham Swift συνυπάρχουν κάτω από τον χαρακτηρισμό: "Αντανακλάσεις του 20ου αιώνα". Ο Ισιγκούρο δεν προέρχεται από τις αποικίες της Βρετανίας όπως ο Rusdie, o Okri, o Ondaatje. Bρέθηκε συμπτωματικά στην Αγγλία. Μελέτησε την αγγλική γλώσσα και λογοτεχνία και έγραψε στα αγγλικά διατηρώντας την διπλή του υπόσταση και το ανάλογο κριτικό μάτι. Το ίδιο είχε συμβεί -για διαφορετικούς λόγους- με τον Ρώσο Ναμπόκοφ και τον Πολωνό Κόνραντ που πήραν αντίστοιχα την αμερικάνικη και βρετανική υπηκοότητα. Στα βιβλία του Ισιγκούρο ο κεντρικός ήρωας, συνήθως ένας μοναχικός χαρακτήρας, προσπαθεί να ανασυντάξει την πρότερη και τωρινή ζωή του. Στη "Χλομή θέα των λόφων" η γιαπωνέζα χήρα Ετσούκο έχει να αντιμετωπίσει την δυτικόφιλη κόρη της που απόκτησε από τον δεύτερο γάμο της με Αγγλο. Ταυτόχρονα κατατρέχεται από την αυτοκτονία της μεγαλύτερης κόρης της. Στον "Ενα καλλιτέχνη του ρευστού κόσμου" ο ζωγράφος Μασούζι Ονο ζει αποτραβηγμένος, χωρίς κοινωνική ζωή, αναπολώντας την ζωή του και τις χαμένες ευκαιρίες. Προβληματίζεται για την αλλαγή που έχει επέλθει στην εποχή και στην χώρα του. Τα δυο βιβλία, γραμμένα στο πρώτο πρόσωπο και με ιδιαίτερη ευαισθησία στην ψυχογράφηση των ηρώων μεγάλης ηλικίας, ανήκουν στα "γιαπωνέζικα" μυθιστορήματα του συγγραφέα. Αινιγματική και υποβλητική ατμόσφαιρα, ελεγειακή διάθεση. Είναι επηρεασμένα από την ιαπωνική λογοτεχνία και το αγγλικό μυθιστόρημα. Στη "Χλομή θέα των λόφων" η ηρωίδα επιστρέφει στο μεταπολεμικό Ναγκασάκι όμως η "Βόμβα" δεν αναφέρεται πουθενά. Οι κοινωνικές και πολιτικές καταστάσεις δεν καταγγέλονται αλλά υποβόσκουν πίσω από τη σκέψη και τη δράση των ηρώων. Στο τρίτο του μυθιστόρημα, "Τα απομεινάρια μιας ημέρας", ο ένας εγγλέζος μπάτλερ, ο Στήβεν, θυσιάζει την συναισθηματική του ζωή για τη "μεγαλοσύνη" της δουλειάς τους. (Το μοτίβο της πίστης και της αφοσίωσης υπάρχει και στην γιαπωνέζικη παράδοση). Ομως το αφεντικό του Στήβεν στο παρελθόν είχε διασυνδέσεις με τους Ναζί. Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται το 1956, την εποχή του Σουέζ και χωρίς να κάνει καμία αναφορά στα γεγονότα δεν είναι άσχετο με τα πολιτικά διλήμματα της εποχής εκείνης. Τα "Απομεινάρια μιας ημέρας" αποτελούν ένα μάθημα δεξιοτεχνίας. Αφηγητής είναι ο Στήβεν. Πίσω από τον "υπηρεσιακό" και αποστεγνωμένο συναισθηματικά λόγο του οικονόμου κρύβεται η διαβρωμένη του συνείδηση και η απελπισία του. Σύντομα επέρχεται και η αυτοδιάψευσή του. Ο David Lodge, στο βιβλίο του "Η τέχνη του μυθιστορήματος" χρησιμοποιεί τον ήρωα του Ισιγκούρο ως παράδειγμα του "αναξιόπιστου αφηγητή" ("unreliable narrator"). Το 1995 κυκλοφορεί "Ο Απαρηγόρητος". Η πιο φιλόδοξη και πειραματική δουλειά του Ισιγκούρο. Πρόκειται για την ιστορία ενός φημισμένου πιανίστα που καταφτάνει σε μια μικρή πόλη της κεντρικής Ευρώπης και να δώσει ένα κονσέρτο το οποίο όλοι περιμένουν με ανυπομονησία. Το βιβλίο αρχίζει με την άφιξη του Ράιντερ στο ξενοδοχείο και τις "προετοιμασίες" για την μεθεπόμενη μέρα της συναυλίας. Ομως, σταδιακά, το ρεαλιστικό πλαίσιο της αφήγησης αρχίζει να ανατρέπεται και ο χώρος μεταβάλλεται σε ένα ονειρικό και κλειστοφοβικό τοπίο. Οι άνθρωποι που περιβάλλουν τον πιανίστα φέρονται να έχουν στενή σχέση μαζί του. Ο γκρουμ του ξενοδοχείου τού μιλάει για την κόρη του που όμως είναι η σύζυγος του Ράιντερ και με την οποία δεν διατηρεί καλές σχέσεις. Στους δρόμους της Παλιάς Πόλης ο Ράιντερ συναντάει "τυχαία" παλιούς συμμαθητές του από τα κολλεγιακά χρόνια οι οποίοι αναλαμβάνουν να του θυμίσουν την προηγούμενη ζωή του σαν ο ίδιος ο Ράιντερ να μη μπορεί να την ανακαλέσει. Ο χώρος και ο χρόνος του βιβλίου ταυτίζονται στο παρόν και στο παρελθόν μέσα από την διαταραγμένη μνήμη του ήρωα. Η περιπλάνησή του στην πόλη και στις κοσμικές εκδηλώσεις καταντάει ένας εφιάλτης, ένα αγχώδες όνειρο. Παντού εμπόδια. Παντού όλοι τού ζητάνε κάτι και αυτός δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις τους. Δε μπορεί να εκπληρώσει καμία τους επιθυμία. Ομως ούτε και αυτός φαίνεται να επιθυμεί κάτι. Τα συναισθήματά του ασφυκτιούν, όπως και οι χώροι όπου περιφέρεται. Λαβυρινθώδες ξενοδοχείο, θαλαμίσκοι, στενά δωμάτια, απότομες σκάλες, πορτάκια που οδηγούν σε αδιέξοδα, τείχη και σωληνώσεις, στενοσόκκακα, σκοτεινά δάση. Ομως και οι σχέσεις των ανθρώπων είναι το ίδιο ασφυκτικές. Παντρεμένα ζευγάρια χωρίς επαφή, διαλυμένες οικογένειες, "Ομάδες Πολιτών" και "Σύλλογοι" χωρίς ταυτότητα και δράση. Μια νευρωτική και ασυνάρτητη πόλη. Εκκεντρικό και διασκεδαστικό βιβλίο. Ανοιχτό σε πολλαπλές ερμηνείες γίνεται εφαλτήριο να μεταπηδήσει ο συγγραφέας του, ύστερα από την "αγγλική του αφομοίωση", σε μια πιο ευρωπαική διάσταση. Στα "Απομεινάρια" έθεσε ερωτήματα περί "αγγλικότητας- αξιοπρέπειας-μεγαλοσύνης". Στον "Απαρηγόρητο" μετακομίζει στην γηραιά ήπειρο με ευρύτερο προβληματισμό. Μόνον που ο άγγλος πιανίστας δεν επισκέπτεται μια ιδανική περιοχή αλλά έναν Καφκικό τόπο. Ο Ράιντερ δύσκολα θα βρει παρηγοριά στην ευρωπαική πόλη. Οπως έχει επισημανθεί (Α.S. Byatt) το βιβλίο οφείλει πολλά στον Κάφκα. Η Παλιά Πόλη παραπέμπει στην Πράγα ενώ η μουσικοφιλία των κατοίκων της ταιριάζει στην Βιέννη και το παράλογο τείχος, μπροστά στο Μέγαρο Μουσικής, φέρνει στο νου το Βερολίνο. Η ιστορία διαδραματίζεται μέσα σε τρείς ημέρες. Δεν δίνονται ημερομηνίες ή χρονολογίες. Τα μόνα αληθινά γεγονότα που συσχετίζονται με το παρελθόν του Ράιντερ είναι κάποια ποδοσφαιρικά ντέρμπι που έγιναν μετά το 1970 αλλά ακόμη και αυτά τα θυμάται με δυσκολία. Οι δεκαετίες του '60 και '70 αποτυπώνονται χαρακτηριστικά στην κωμικοτραγική ατμόσφαιρα του μυθιστορήματος. Σημαντικές είναι οι επιρροές από τον σουρεαλιστικό κινηματογράφο του Μπουνιουέλ και του Φελλίνι. Η πιο σινεφίλ στιγμή του βιβλίου αφορά στην ταινία του Στάνλει Κιούμπρικ "2001 Οδύσσεια του διαστήματος" που παίζεται σε μια μεταμεσονύχτια προβολή. "Το μυαλό μου φεύγει, δεν υπάρχει αμφιβολία... Φοβάμαι..." Αυτά έλεγε ο ΧΑΛ την στιγμή που τον αποσυνδέουν. Ισως μια τέτοια παραπονεμένη φωνή να είχε κατά νου ο κινηματογραφόφιλος Ισιγκούρο όταν έχτιζε τον κεντρικό του ήρωα. Εναν άνθρωπο γεμάτο παράπονο ότι δεν θα προλάβει τίποτε και κανέναν. Ούτε καν να δει τους γονείς του που τους περιμένει για την συναυλία. Μόνον οι ξένοι του δίνουν λίγη παρηγοριά. Οπως ο μπάτλερ Στήβεν μαζεύει τα "απομεινάρια του" στο τέλος του βιβλίου, σε μια αποβάθρα, παρέα με έναν άγνωστο, έτσι και ο πιανίστας Ράιντερ, στο τέλος του "Απαρηγόρητου", μέσα στο τραμ της Παλιάς Πόλης, ξεσπάει σε κλάμματα αναζητώντας την παρέα ενός τυχαίου επιβάτη. Μαζεύει τα απομεινάρια της ψυχής του. Αφήγηση ειρωνική και απελπιστική. Μονόλογοι που οδηγούν σε ψυχαναλυτικά ντιβάνια. Η μετάφραση στα ελληνικά του ογκώδες αυτού έργου των επτακοσίων σελίδων "εξανθρωπίζει" το ιδιαίτερο ύφος του αγγλικού κειμένου, ύφος που παραξένεψε κάποιους εγγλέζους κριτικούς που το χαρακτήρισαν σαν "μια άψογη και σχολαστική μετάφραση". Ο "Απαρηγόρητος" είναι ένα δαιδαλώδες και πολυσήμαντο μυθιστόρημα που παραπέμπει στον Τζόις, στον Μπόρχες, στον Καλβίνο και στον "Ανθρωπο χωρίς ιδιότητες" του Μούζιλ. Αυτωνών το μύθο και την συνείδηση αγωνιά να προσεγγίσει ο Ισιγκούρο γράφοντας ένα μυθιστόρημα για τον άνθρωπο του εικοστού αιώνα, τον άνθρωπο χωρίς παρηγοριά. Ενα μυθιστόρημα που συνεχίζει την παράδοση της ευρωπαικής λογοτεχνίας. Θεόδωρος Γρηγοριάδης ΒΗΜΑ, βιβλία, 27 Σεπτεμβρίου 1997