Βιβλίο

Βιβλίο: Εικόνα
Η διπλή γλώσσα (Γουίλιαμ Γκόλντινγκ)

Η διπλή γλώσσα (Γουίλιαμ Γκόλντινγκ)

Βιβλίο: Συγγραφέας
Γουίλιαμ Γκόλντινγκ
Βιβλίο: Εκδότης
Καστανιώτης
Έτος: 1997
Ημερομηνία Εισαγωγής: 04/10/2018

Το τελευταίο βιβλίο του βραβευμένου με Νομπέλ Λογοτεχνίας Γουίλιαμ Γκόλντινγκ, «Η διπλή γλώσσα», διαδραματίζεται στους Δελφούς. Η ογδοντάχρονη Αριέκα, μια από τις τελευταίες Πυθίες, αναπολεί την παιδική της ζωή, τα χρόνια στο μαντείο και διαβλέπει το τέλος των Θεών και ενός ολόκληρου πολιτισμού. Ήδη η Ελλάδα βρίσκεται υπό την κυριαρχία των Ρωμαίων, το μαντείο κλονίζεται, ο ναός καταρρέει και η προφήτισσα ομολογεί: «Άρχισα να διακρίνω πως το μαντείο, όπως και ο Ιωνίδης, περιβαλλόταν από αντιφάσεις». Ο Αθηναίος Ιωνίδης, ο κυνικός Αρχιερέας του μαντείου, εκπροσωπεί τον πολιτικό λόγο και είναι αυτός που κανονίζει τις απαντήσεις της Αριέκα. Προσπαθεί να αναστηλώσει το Ιερό, να συντηρήσει την παλιά του δύναμη και να συνωμοτήσει εναντίον της Ρώμης. Η Αριέα αντιλαμβάνεται πόσο έχουν αλλάξει οι Δελφοί μέσα σε μια χώρα που ο λαός της «δοκιμάζει ένδεια». Οι Δελφοί έχουν γίνει ένα τουριστικός τόπος. Όμως δεν είναι μόνον αυτό. Τα δαφνόφυλλα δεν έχουν την πάλαι ποτέ μαγική τους δύναμη και οι «Ολύμπιοι έμοιαζαν ν? απομακρύνονται όλο και πιο πολύ. Ένιωθα ?μ? ένα άναρχο τρόπο πάντως-όλο και πιο ανήσυχη γι? αυτούς, και ιδιαίτερα για τον Απόλλωνα». Η ανησυχία διαπερνά τον κόσμο του βιβλίου. Έναν αρχαίο κόσμο που χάνεται μαζί με τους μύθους και τα ξεπερασμένα σύμβολα. Η βιβλιοθήκη με τους παπύρους κινδυνεύει, ο χρυσός έχει κλαπεί. Κελάρια σκοτεινά, κλειδωμένες πόρτες, διπλά κλειδιά, διπλές ερμηνείες, έλλογο και ονειρικό, ποίηση και πολιτική. Ο δυαδισμός είναι κυρίαρχος και στα άλλα έργα του συγγραφέα. Ο Γκόλντινγκ αντιμετώπισε με αρχαιολογική ματιά ολόκληρο το έργο του. Μάλιστα αυτοδιδάχθηκε ελληνικά για να διαβάσει τους αρχαίους τραγικούς, στο πρωτότυπο, ενώ ο Όμηρος αποτέλεσε βασική πηγή έμπνευσης. Μελέτησε τους κλασικούς περισσότερο και από τους συγγραφείς του αιώνα μας. Γεννήθηκε το 1911 και σπούδασε στο Μάρλμπορο και στην Οξφόρδη. Ως τον θάνατό του, το 1993, μαζί με την Άιρις Μέρντοκ και τη Μιούριελ Σπαρκ ήταν οι συνεχιστές της μεγάλης αγγλικής λογοτεχνικής παράδοσης. Το πρώτο του βιβλίο «Ο άρχοντας των μυγών» (1954) έχει μεταφραστεί σε 30 γλώσσες (εκδ. Γράμματα) και έχεις πουλήσει 10 εκατομμύρια αντίτυπα. Γυρίστηκε δύο φορές ταινία, με καλύτερη εκδοχή αυτή του Πήτερ Μπρουκ. Μια ομάδα αγγλόπαιδα πέφτουν με το αεροπλάνο σε ένα απομονωμένο νησί και οδηγούνται στη βαρβαρότητα: μελέτη της ανθρώπινης αγριότητας αλλά αγώνας, όπως και στα επόμενα βιβλία του Γκόλντινγκ, για να καθιερωθούν κώδικες πολιτισμένης συμπεριφοράς. Το 1980 ο Γκόλντινγκ πήρε το βραβείο Booker για το μυθιστόρημα «Μύησις ταξιδευτού», το Α΄ μέρος μιας τριλογίας που αναπλάθει πειστικά ένα θαλασσινό ταξίδι στον 18ο αιώνα, ταξίδι εμπειρίας και αυτογνωσίας (εκδ. Καστανιώτης ο Β+Γ τόμος). Ο Γκόλντινγκ έγραφε πέρα από το προσωπικό και ατομικό πάθος. Αντίκριζε σφαιρικά την ανθρωπότητα και αγωνιούσε για την τύχη της. Ήταν έντονος ο ανθρωπιστικός και θρησκευτικός προβληματισμός, μακριά από τον παραδοσιακό χριστιανισμό. Εντόπιζε ηθικά διλήμματα στο κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης, βάζοντας τους χαρακτήρες του σε ακραίες καταστάσεις, ώστε να τους δοθεί μια «μυθολογική» διάσταση στη ζωή του. Ο ίδιος αποκαλούσε τα μυθιστορήματά του «fables», δηλαδή μύθους, που τους εμπότιζε με πολλή φιλοσοφία και συμβολισμό. Αυτός λοιπόν ο αρχαιολόγος και ανθρωπολόγος συγγραφέας ταυτίζεται με την προφήτισσα Αριέκα γιατί πιστεύει (όπως είχε δηλώσει σε συνέντευξή του) ότι και η λογοτεχνική έμπνευση είναι μια κατοχή ανεξήγητη. Προσπαθεί επίσης να ξεκλειδώσει τις πόρτες του ανθρώπινου νου εξερευνώντας τον πέρα από τις λογικές του δυνατότητες. Το έργο του από την πρώτη στιγμή καταξιώθηκε αλλά και δοκιμάστηκε. Όπως έγραψε ο κριτικός λογοτεχνίας Frank Kermode, η απλότητα της γραφής του οφείλεται σε μια διανοητική οικονομία. Δεν γράφει «δύσκολα» χωρίς λόγο, απέχει από τις πρόσκαιρες λογοτεχνικές μόδες, επιμένει στην καθαρότητα και λιτότητα του κλασικού λόγου. Φυσικά δεν αρνείται στον αναγνώστη να διαβάσει και εκείνος με τον δικό του τρόπο, μάλιστα του δίνει πλούσιο υλικό, για να εντρυφήσει στις μυθοεπικές του εμμονές. Ως συγγραφέας ελέγχει απόλυτα το υλικό του, ώστε να μπορέσει να συμπεριλάβει τον εφιάλτη, το όνειρο, την υστερία, την αγριότητα. Ο Γκόλντινγκ δεν ενεπλάκη στις περιπέτειες του μεταμοντερνισμού. Είναι σύγχρονος και διαχρονικός, όπως πρέπει να είναι ένας μυθοπλάστης. Θεωρείται ήδη κλασικός. Η «ωριμότητα» (όπως την αποδέχεται και ο Τ.Σ. Έλιοτ) χαρακτηρίζει το έργο και την σκέψη του. Η αφήγηση της Αριέκα γίνεται σε πρώτο γυναικείο πρόσωπο-από τις λίγες φορές που ο συγγραφέας μιλάει με γυναικείο προσωπείο. Ο μεταφραστής αντιμετώπισε την πρόκληση να αποδώσει τον αγγλικό λόγο στην γλώσσα που είναι η φυσική του κειμένου. Αξιοσημείωτο είναι ότι «Η διπλή γλώσσα» εκδόθηκε το 1995 από το χειρόγραφο που άφησε ο συγγραφέας. Στο τέταρτο κεφάλαιο σημειώνεται ότι λείπει ένα μέρος του χειρογράφου. Αυτό καθιστά το βιβλίο ακόμη πιο γοητευτικό, όπως και όλα τα ανολοκλήρωτα κείμενα, από τα σχεδιάσματα του Σολωμού ως τον «Άνθρωπο χωρίς ιδιότητες» του Μούζιλ και το «Πετρέλαιο» του Παζολίνι. Στο τέλος η Αριέκα του βιβλίου ξεκλειδώνει τη διπλή θυρίδα στα άδυτα του Ιερού. Αντικρίζει το συμπαγές και αδιαπέραστο πέτρωμα του βουνού. Τέλος της προφητείας και της πίστεως. Όταν ζητούν από την Αθήνα να της εγείρουν ένα είδωλο, εκείνη προτείνει έναν απλό βωμό. «Και πάνω του τούτα τα λόγια να χαράξουν: Τω αγνώστω Θεώ». Αυτή είναι και η ύστατη φράση που έγραψε ο Γκόλντινγκ λίγο προτού αναχωρήσει προς το Άγνωστο. Το ΒΗΜΑ, βιβλία, Κυριακή 13/07/1997