Φεύγει το φάντασμα (exit ghost) Philip Roth
Με το «Φεύγει το φάντασμα», γραμμένο το 2007, ο ακούραστος εβδομηνταεξάχρονος Φιλίπ Ροθ ολοκληρώνει τον κύκλο των μυθιστορημάτων του με ήρωα τον Νέιθαν Ζούκερμαν, σε ένα συγκινητικό και αυτοσαρκαστικό μυθιστόρημα που μιλάει για τη ζωή, τη φθορά του σώματος και την αντοχή της μυθοπλασίας. Ο Αμερικανοεβραίος συγγραφέας Νέιθαν Ζούκερμαν, αποτραβηγμένος στα βουνά του Μπέρκσιρ, διακόσια χιλιόμετρα από τη Νέα Υόρκη, ζει μοναχικά, χωρίς τη χρήση της τεχνολογίας. Χωρίς να «έχω κανέναν αγαπημένο στη ζωή μου», ομολογεί. Γνωστοί και φίλοι χάνονται γύρω του, ενώ ο ίδιος, ύστερα από επέμβαση αφαίρεσης καρκίνου στον προστάτη, πάσχει από ανικανότητα και ακράτεια. Μια ελπίδα για ιατρική βοήθεια, τουλάχιστον της δεύτερης πάθησης που τον αναγκάζει να κυκλοφορεί με πάμπερς, τον φέρνει στην Νέα Υόρκη, έντεκα χρόνια μετά. Βρισκόμαστε στο 2004, παραμονές των εκλογών στην Αμερική. Σαν τον Ριπ Βαν Ουίκλ, τον μυθιστορηματικό ήρωα που ξυπνάει για να βρεθεί σε μια άλλη πραγματικότητα, έτσι κι ο Ζούκερμαν ξαναβρίσκεται σε μια πόλη, επίσης τραυματισμένη μετά την επίθεση της 9ης Σεπτεμβρίου. Στη New York Review of Books διαβάζει μια αγγελία που του ελκύει την προσοχή: ένα ζευγάρι διανοούμενων ενδιαφέρεται να ζήσει μακριά από την μητρόπολη, ανταλλάσσοντας το διαμέρισμά τους στην καρδιά του Μανχάταν με ένα εξοχικό. Ο Ζούκερμαν τους συναντάει και πέφτει πάνω στον Μπίλι Ντάβιντοφ, εβραϊκής καταγωγής και την καθολική Τζέιμι Λόγκαν, γόνο Τεξανών πετρελαιοπαραγών και ψηφοφόρων του Μπους. Η τριαντάχρονη Τζέιμι είναι σε κατάσταση πανικού, μετά την τρομοκρατική επίθεση στους Πύργους, θέλει να αποτραβηχτεί από τα κοσμικά για ένα χρόνο, να αποφύγει την ηλιθιότητα και την πολιτική διαφθορά των ημερών. Είναι αρκούντως γοητευτική ώστε να διεγείρει τις φαντασιώσεις του Ζούκερμαν που, γυρίζοντας στο ξενοδοχείο του, αρχίζει να γράφει ένα έργο με τολμηρούς διαλόγους, το «Εκείνη και Εκείνος», που παρεμβάλλεται στη ροή του κανονικού κειμένου και με το οποίο προφανώς εκτονώνεται ελλείψει άλλης σωματικής διεξόδου. Όμως η Τζέιμι έχει έναν φίλο, επίδοξο λογοτέχνη σαν κι εκείνη, τον εικοσιοκτάχρονο Κλάιμαν, ο οποίος βρίσκει την ευκαιρία να προσεγγίσει τον Ζούκερμαν ζητώντας βοήθεια για να ολοκληρώσει τη βιογραφία του ξεχασμένου συγγραφέα του 20ου αιώνα, του Λόνοφ. Στα χέρια του κρατάει το τελευταίο ημιτελές έργο του Λόνοφ, που του έχει δώσει η Έιμι Μπελέτ, μια γηραιά κυρία με καρκίνο στον εγκέφαλο. Να που ξεπροβάλλει το παρελθόν για μια ακόμη φορά. Το 1956, ο νεαρός συγγραφέας Ζούκερμαν, συνάντησε τον Λόνοφ και την σύζυγό του μαζί με μια νεαρή φοιτήτρια, την Έιμι. Η μικρή σχετιζόταν με τον Λόνοφ που έβαλε στόχο στη ζωή του να εξαφανιστεί μαζί με το έργο του. Η τότε γητεύτρα σήμερα είναι μια ετοιμόρροπη γριούλα που την εκμεταλλεύεται ο λυσσασμένος για λογοτεχνικές ίντριγκες Κλάιμαν. Η σύγκρουση του Κλάιμαν με τον Ζούκερμαν δεν σχετίζεται μόνον με την προστασία της υστεροφημίας του Λόνοφ, αφού στη βιογραφία θα αποκαλυπτόταν ένα τρομερό οικογενειακό μυστικό, αλλά και με την επίγνωση της αντρικής υπεροχής του Κλάιμαν απέναντι στην Τζέιμι με την οποία είχαν μια σύντομη ερωτική σχέση. Ο Ζούκερμαν πιστεύει ότι αυτή η ύστατη μάχη θα τον αναζωογονήσει, όμως η μάχη που δίνεται γίνεται περισσότερο στο μυαλό του παρά στο σώμα και στην ψυχή. Κατά βάθος είναι ένας ακυρωμένος άντρας, ένας συγγραφέας που ταλαντεύεται ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, στην αλήθεια και τη μυθοπλασία. Περισσότερο διάλογο έχει ανοίξει με τη «Γραμμή της σκιάς» του Τζόζεφ Κόνραντ, που την χρησιμοποιεί ως είδος λογοτεχνικού σεμιναρίου για τη ζωή και την νεότητα, παρά με την κοινωνία της τρομολαγνείας και του μίσους. Ο Λόνοφ, που ο Ζούκερμαν θαύμαζε, είχε πει: «Αναγνώστες και συγγραφείς, τελειώσαμε, είμαστε φαντάσματα που παρακολουθούμε το τέλος της εποχής της λογοτεχνίας?» Αναρωτήθηκαν αρκετοί αν αυτή η φυσική κατάρρευση του Ζούκερμαν αντιστοιχεί με μια τάση κειμενικής αποδιάρθρωσης του μυθιστορήματος (μεταφρασμένου καίρια από την Κατερίνα Σχινά). Ο Ροθ φαίνεται να κλείνει ορισμένους κύκλους-τουλάχιστον την εποποϊία του Ζούκερμαν-, ο οποίος εμφανίζεται σε οκτώ προηγούμενα μυθιστορήματα. Η τριλογία «Ζούκερμαν Δεσμώτης» (εκδ. Πόλις) είναι η σημαντικότερη καθώς, εκεί στον πρώτο εξαίσιο τόμο, «Ο συγγραφέας-φάντασμα», εισέρχεται ο νεαρός Ζούκερμαν για πρώτη φορά στην λογοτεχνική σκηνή. Πενήντα χρόνια γραφής συμπληρώνει ο Φίλιπ Ροθ, έχοντας ξεκινήσει με το «Αντίο Κολόμπους» (1959). Δέκα χρόνια μετά, με το «Σύνδρομο Πόρτνοϊ», ξεσήκωσε κριτικούς, αναγνώστες, εβραϊκή κοινότητα και λίστες πωλήσεων. Έκτοτε έγραψε τριάντα ακόμη βιβλία, το 1997 πήρε το Βραβείο Πούλιτζερ για το «Αμερικανικό ειδύλλιο» και καμιά εικοσαριά ακόμη βραβεία. Πρόκειται για έναν συγγραφέα ογκώδη, απόλυτο, ίσως τον σημαντικότερο στα Αμερικανικά γράμματα. Παρά τις αντιρρήσεις ότι γράφει με την ματιά ενός αυτοαναφορικού και αυτοβιογραφούμενου Αμερικανοεβραίου φαλλοκράτη και μισογύνη, οι θέσεις και οι επισημάνσεις του αφορούν διαφορετικές κοινωνικές ή ερωτικές συμπεριφορές και διαμορφούμενες ταυτότητες. Τα βιβλία του δεν έχουν ξεπεραστεί αφού εμμένουν στις διαχρονικές θεωρήσεις περί ζωής, πολιτισμού και πολιτικής, παρακάμπτοντας το επικαιρικό lifestyle. Άκρατος ρεαλιστής όσο και μεταμοντέρνος μυθοπλάστης, επίτηδες παραπλανεί με τον αυτοβιογραφούμενο και τον μυθοπλαστικό εαυτό του, βάζοντας ακόμη στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Facts» τον Ζούκερμαν να στέλνει ένα γράμμα στον Φίλιπ Ροθ! Ο τίτλος του μυθιστορήματος παραπέμπει στην σκηνική οδηγία των θεατρικών έργων του Σέξπηρ. Οι περισσότεροι κριτικοί παραπέμπουν στον Άμλετ. Στον New Yorker, η Hermione Lee συνομιλώντας με τον ίδιο τον Ροθ, αναφέρεται στον Μάκβεθ. Θα προσθέταμε και τον Ιούλιο Καίσαρα, στην τέταρτη πράξη, αμέσως μετά το «Οψόμεθα εις Φιλίππους»: εκεί επίσης φεύγει το φάντασμα του Καίσαρα. Όμως ποιος εξέρχεται στο μυθιστόρημα; Ο Λόνοφ, ο Ζούκερμαν ή ο ίδιος ο Φίλιπ Ροθ; Ας μην ανησυχούν, οι Ροθιανοί. Το 2008 κυκλοφόρησε το Indignation, αυτό το φθινόπωρο αναμένεται το The Humbling και για του χρόνου το Nemesis. Πολύ δουλειά για τη Βιβλιοθήκη της Αμερικής, που τον εκδίδει συγκεντρωτικά,-τον μόνο εν ζωή Αμερικανό συγγραφέα- και καλό κουράγιο στις εκδόσεις Πόλις που έχουν ήδη μεταφράσει στα ελληνικά τα μισά μέχρι στιγμής βιβλία του. Θεόδωρος Γρηγοριάδης ΝΕΑ, βιβλιοδρόμιο, Σάββατο 12 Ιουνίου 2009