Βιβλίο: Εικόνα
Εκτός πραγματικότητας
Βιβλίο: Συγγραφέας
Πιερ Μερό
Βιβλίο: Εκδότης
Εστία
Έτος:
Ημερομηνία Εισαγωγής: 02/10/2018
του Νίκου Κουρμουλή
Από τη φύση της η συγγραφή ενός βιβλίου και δη πεζογραφήματος, είναι ένα παράλογο διάβημα. Οινοπνευματώδης και θυμόσοφος ο Πιέρ Μερό (που τον γνωρίσαμε ευρύτερα από το μυθιστόρημα «Θηλαστικά» το 2005 και πάλι από τις εκδόσεις της Εστίας), αποτελεί ένα Διογένη της σύγχρονης γραφής. Εισέρχεται με ειρωνικούς σχολιασμούς στο χώρο του ρεαλιστικού. Με τη βοήθεια τόνων αλκοόλ προσπαθεί να καταγράψει τις μέρες, το χρόνο που παρακεντίζει τις αισθήσεις του. Άδικος κόπος τα καλοπιάσματα του εκδότη του. Αντί ο Μερό να βρει μια απλή ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, διακτινήζει τις συμβάσεις της πρόζας με αλλοιώσεις. Κεντά στο σώμα της φρενιασμένες ιστορίες, αναποδογυρίζοντας τον καθησυχασμό της λογοτεχνικής ευρυθμίας.
Αυτό που τον απασχολεί, είναι η ενασχόληση με τις φευγαλέες σκέψεις που τροποποιούνται σαν τροχιοδεικτικά βλήματα ονείρων. Επισφαλές όταν σε κατηγορούν ακόμη και οι ήρωές σου, ότι είσαι ένας γραφιάς ασυγκρότητος, φανερά εκτός πραγματικότητας δηλαδή. Ο Μερό εδώ, πλησιάζοντας την συλλογιστική του Φερδινάνδου Σελίν, (που αναφέρεται πλειστάκις στο βιβλίο), αποφεύγει την ξεχειλωμένη άποψη της «εναλλακτικής πραγματικότητας». Απαιτεί από την πένα του να είναι αμφότεροι εκτός. Μπαίνει στη διαδικασία να διηγηθεί τη ζωή ενός ταπεινού και εξόχως οριακού καθηγητή Λυκείου που ερωτεύεται την πανέμορφη Ομπλόμοβα. Που τη μια είναι χαμένη στην έρημο της Ιουδαίας, την άλλη είναι αθλήτρια χώρας του πρώην ανατολικού μπλοκ.
Ο Πιέρ Μερό όπως και πολλοί ομότεχνοι του, συμπιέζονται από την «απαίτηση» παροικούντων της Ιερουσαλήμ εκδοτών για περισσότερη «αλήθεια», για περισσότερη «αντικειμενικότητα». Όπερ και μεταφράζεται, σαν φιρμάνι προς την ωμότητα. Στο κρανίου τόπο της επινόησης και της φαντασίας φυσικά. Ο συγγραφέας μπροστά σε αυτή την ισοπέδωση, αντιστέκεται λυσσαλέα. Βάζει σε λειτουργία όλους τους αφηγηματικούς μηχανισμούς των συνειρμών. Παραστρατεί συχνά, ρουφώντας ουίσκι σε παροπλισμένα μπαρ, ξοδεύοντας τις στιγμές του σε αγκαλιές που μυρίζουν πατσουλί. Συχνά καταβαραθρώνεται στο πάτο της έμπνευσης. Ύστερα ανασταίνεται, προσμένοντας την Ομπλόμοβα να έρθει στο προσκέφαλό του. Μετά σουλατσάρει σε ατέλειωτες βόλτες, παρακείμενος του Σηκουάνα, μαζί με τον συγγραφέα Σιμόν που ανάλογα τις αντιδράσεις του έχει και άλλο παρατσούκλι. Βαυκαλίζεται ότι η μαύρη πρώην σύντροφός του, τον περιμένει παραπόδα προς εξυπηρέτηση των σεξουαλικών του αναγκών. Μια άλλη το απωθημένο του, η Κρουέλλα, είναι μια μισάνθρωπος που του προσφέρει ανεξήγητες στύσεις.
Ο συγγραφέας ρουφά σαν σκούπα τα πάντα γύρω του. Σπέρνει τυφώνες, διαλύει ιδεολογήματα, καλεί τις φωνές της κόλασης για αναμέτρηση. Μισεί εκεί που οφείλει να αγαπά, συμπληρώνει λέξεις που εκ πρώτης όψεως φαίνονται κενές και στη συνέχεια αποκτούν τερατώδη νοήματα. Με λίγα λόγια μεταμφιέζει το στενό περιβάλλον του. Διάγει βίο μεταιχμιακό και ανοίγει σήραγγες γνώσεις. Δεν είναι καθόλου εύκολο ούτε ειδυλλιακό για να τις περάσεις. Συμπληγάδες Πέτρες ορθώνονται στο πέρασμα του Πιέρ Μερό. Η δουλειά από την άλλη μεριά, η διεκπεραίωση είναι σκότωμα. Θα σε σκοτώσει ουρλιάζει στο είδωλό του. Η λογοτεχνική σεζόν ξεκινά. Τα βραβεία προ ημερησίας διατάξεως. Ποιος θα τα σηκώσει, ποιος θα προβληθεί, ποιος θα προτάξει μια ληστρική κατηγοριοποίηση του εαυτού του; Ο Δάντης, ο Ραμπελαί, ο Μαρκήσιος ντε Σαντ, ο Μπουκόφσκι, ο Κάφκα, διαβαίνουν τις σελίδες του Πιέρ Μερό κουτουλώντας στους τοίχους, δέρνοντας την ευτυχία, ή να σέρνονται στις στρούγκες της έκφρασης. Ες αεί διωκόμενοι και φταίχτες.
Ο Πιέρ Μερό με φόρα πέφτει πάνω στους επιδέσμους των πληγών του κατατρώγοντάς τες. Είναι αδίστακτος με τον εαυτό του. Ένας απροσάρμοστος. Φύεται σε ένα περίγυρο όπου η υποκρισία δεν περισσεύει απλά, είναι καθεστώς. Συχνά χρησιμοποιεί μακριές φράσεις, ανατρέποντας τις συμβάσεις των επιθέτων και των χαρακτηρισμών. Οδοιπορεί χωρίς πυξίδα μέσα στο χάος της κατασκευαστικής διαδικασίας των λέξεων. Ιχνηλατεί μονοπάτια επικίνδυνα για τις μέρες μας, έχοντας σε πρώτο πλάνο τον σαρκασμό. Σωστός ακροβάτης της λογοτεχνίας. Σε αυτό που είμαστε καλοί ως ανθρώπινο γένος, είναι να παραλαμβάνουμε, να εορτάζουμε και στο τέλος να μεταδίδουμε. Ένα δυνατό ανάγνωσμα, ιμπρεσσιονιστικής έκρηξης, που σε παρασύρει στη δίνη του.