«Αντίσταση» (Όουεν Σίαρς)
ε μια απομακρυσμένη κοιλάδα, την τελευταία κοιλάδα της Ουαλίας, σε ένα απομακρυσμένο κατσικοχώρι, όπου κανείς δεν φτάνει τυχαία, μια μέρα εξαφανίζονται οι λιγοστοί άντρες. Βρισκόμαστε στα 1944, η απόβαση στη Νορμανδία απέτυχε, οι Γερμανοί εισβάλλουν στην Αγγλία, στην Αμερική ο Ρούσβελτ χάνει στις εκλογές και το Λονδίνο κινδυνεύει από στιγμή σε στιγμή να πέσει στα χέρια των Ναζί. Ο Μαύρος Λόφος, στην κορυφή, μαύρος οιωνός για τις γυναίκες που απέμειναν μόνες στο λιβάδι και με δυσκολία πληροφορούνται τα γεγονότα από έναν ασύρματο. Με αυτά τα δεδομένα ξεκινάει το μυθιστόρημα του Ουαλού συγγραφέα Όυοεν Σίαρς, ένα μυθιστόρημα «εναλλακτικής ιστορίας», που μιλάει για τα ίδια θέματα που ταλανίζουν τους ανθρώπους στον πόλεμο, αντικαθιστώντας όμως τους νικητές με τους χαμένους. Κι έτσι μια μικρή κοινωνία ξαναγίνεται πυρήνας ενός κόσμου που υποφέρει, που χάνεται αλλά και που αντιστέκεται. Στην κοιλάδα, που μοιάζει να άδειασε ξαφνικά με την αναχώρηση των αντρών, η εικοσιεξάχρονη Σάρα αδυνατεί να κατανοήσει τους λόγους αυτής της απουσίας, το ίδιο και οι άλλες γυναίκες που προσπαθούν να βοηθήσουν η μία την άλλη στις βαριές αντρικές δουλειές. Άλλωστε το μοναδικό τρακτέρ ανήκε στον Τομ, τον άντρα της Σάρας. Ο κόσμος, πέρα από την κοιλάδα, ζει τον πόλεμο αλλά κι εδώ η παρουσία του βαραίνει περισσότερο με την έλλειψη πληροφόρησης. Ώσπου ένα πρωινό καταφθάνει μια γερμανική περίπολος έξη αντρών με επικεφαλής τον Αλμπρεχτ, έναν λοχαγό σπουδαγμένο λίγα χρόνια νωρίτερα στην Οξφόρδη. Ο Άλμπρεχτ έχει πάρει εντολές να συγκροτήσει μια μικρή περίπολο και να έλθουν σ? αυτή την οπισθοδρομική κοιλάδα, στο χωριουδάκι Όλτσον, σε μια μυστική αποστολή. Στην αρχή οι γυναίκες αρνούνται κάθε επαφή ή συναλλαγή με τους ξένους, όμως καταλήγουν να αρμέγουν κατσίκες μαζί τους ένα μήνα αργότερα. Αν και η παρουσία της γερμανικής ομάδας σχετίζεται με την εύρεση ενός θησαυρού, κρυμμένου στις σπηλιές του Μαύρου Λόφου, ο Άλμπρεχτ πολύ γρήγορα αντιλαμβάνεται ότι οι εξαφανισμένοι άντρες κατατάχτηκαν στη βρετανική αντίσταση, έχοντας αποθηκέψει από καιρό όπλα μέσα στη γη. Οι γυναίκες επιμένουν ότι δεν γνωρίζουν τίποτε και έχουν δίκαιο. Ζώντας στην σκιά των χαμένων αντρών ελπίζουν ότι οι αρσενικοί θα επιστρέψουν σύντομα, τους χρειάζονται όχι μόνον την ημέρα αλλά και την νύχτα όταν ξανασμίγουν στα όνειρά τους. Η Σάρα αρχίζει να γράφει ημερολόγιο, αφιερωμένο στον Τομ, και όποτε έχει χρόνο καταφεύγει στους αγαπημένους της συγγραφείς, τον Ντίκενς, τον Χάρντυ, την Μπροντέ, αφού και η ίδια, περιφερόμενη στους ανεμοδαρμένους λόφους, θυμίζει ηρωίδα εκείνων των μυθιστορημάτων. Και όπως συμβαίνει στα παλιά και στα καινούργια μυθιστορήματα, ο Γερμανός θα ερωτευτεί την Σάρα και θα αρχίσει να τη φωνάζει με το μικρό της όνομα. Ένα βράδυ, που το χιόνι θα σκεπάσει τα πάντα, θα φέρει το γραμμόφωνο και θα ακούνε Μπαχ ενώ η γυναίκα θα μπερδεύει τη φιγούρα του «καλού γερμανού» με εκείνη του Τομ. Μολονότι οι Γερμανοί στήνουν ένα παρατηρητήριο στην περιοχή σύντομα βρίσκουν ένα σπιτάκι ο καθένας να μπαινοβγαίνουν. Οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο αντίπαλες ομάδες εξισορροπούν, γίνονται σχέσεις αλληλοβοήθειας και εξάρτησης, η αντίσταση στο χωριουδάκι υποχωρεί και από τις δύο πλευρές καθώς όλοι τους παραδίνονται στην αιώνια μοναξιά του τοπίου και της ψυχής. Μαλακώνουν οι χαρακτήρες των κατακτητών που βγάζουν τις στολές τους και φοράνε τα ρούχα των απόντων συζύγων. Την ίδια στιγμή η στήλη του Νέλσονα κόβεται στα δύο για να σταλεί ως τρόπαιο στο Βερολίνο αλλά και ένα μέλος των Επικουρικών Δυνάμεων Ειδικών Καθηκόντων, ο Τζορτζ Μπόουεν, πλησιάζει το Όλτσον, ως ταχυδρόμος, και αντιλαμβάνεται την κατάσταση. Η εύθραυστη εκεχειρία, ανάμεσα στις γυναίκες και τους Γερμανούς ανατρέπεται καθώς εκείνοι πρέπει να ξαναφορέσουν τις στολές τους και να υπερασπιστούν τον παλιό τους ρόλο. Ο Όουενς, με δύο βραβευμένες ποιητικές συλλογές και ένα ταξιδιωτικό βιβλίο για τη Ζιμπάουε, γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα διατηρώντας την ποιητική του διάθεση και αξιοποιώντας τεχνικές και αναγνώσεις μιας πλούσιας λογοτεχνικής παράδοσης, όπως οι επιρροές του από τον Γκρέϊαμ Γκρην («Το τέλος μια υπόθεσης»). Πάντως εκείνο που δεσπόζει στο μυθιστόρημά του είναι η επιλογή της «εναλλακτικής ιστορίας», ένα είδος γραφής που, αντίθετα από τον μαγικό ρεαλισμό ή την επιστημονική φαντασία, βασίζεται πάνω σε αληθινά ιστορικά γεγονότα και απαντάει στο ερώτημα «Τι θα συνέβαινε αν?» και -στην προκειμένη περίπτωση- «? επικρατούσε η Γερμανία στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο;» Ο Όουεν Σίερς, γεννημένος το 1974 στο Φίτζι και σπουδαγμένος στην Οξφόρδη, δεν πρωτοτυπεί. Από τον Λίβιο, στην αρχαιότητα, μέχρι τις μέρες μας η πρόκληση του να αντιστρέφεις την Ιστορία αποτυπώθηκε σε πολλά κείμενα. Στο μυθιστόρημα προηγήθηκε το 1962 ο Φίλιπ Ντικ στον «Άνθρωπο στο απόρθητο κάστρο» (εκδ. Parsec) όπου οι ΗΠΑ βρίσκονται υποταγμένες στους Ναζί, ο Λη Ντέιτον, ο Στήβεν Φράϊ, ο Ρόμπερτ Χάρις στο «Fatherland» ενώ το 2004 ο Φίλιπ Ροθ επιλέγει την ίδια μέθοδο στην «Πλοκή ενάντια στην Αμερική»(εκδ. Πόλις). Αλλά και στα καθ? ημάς, το 2005, ο Δημήτρης Φύσσας πρόλαβε τον Ουαλό με την «Πλατεία Λένιν, πρώην Συντάγματος» (Εκδ. Εστία) όπου οι Σοβιετικοί εγκαθιστούν Λαϊκή Δημοκρατία στην Ελλάδα. Η «Αντίσταση», παρά τις επιμέρους αμηχανίες στην πλοκή της, που οφείλονται και στο δυσκολόπιστο του είδους, διαθέτει όλα τα στοιχεία ενός καλογραμμένου μυθιστορήματος με στοιχεία θρίλερ όπου η ρεαλιστική ματιά διαδέχεται την ποιητική αφήγηση, ένα μυθιστόρημα όπου δοκιμάζονται οι αντιστάσεις των ανθρώπων και της ιστορίας τόσο σε επίπεδο των προσωπικών ορίων όσο και των εθνικών ταυτοτήτων και συνειδήσεων. Καλοδεχόμαστε ακόμη έναν Άγγλο συγγραφέα στη χώρα μας, με το πρώτο του κι όλας βιβλίο, και την ταυτόχρονη κυκλοφορία του στην πατρίδα του, σε μια σωστή μετάφραση και σε μια επιμελημένη έκδοση. Η «αντίσταση» της ντόπιας και διεθνούς αγοράς στα αγγλικά γράμματα έχει μετατραπεί σε απόλυτη υποταγή. Άραγε θα γραφτεί ποτέ ένα μυθιστόρημα «εναλλακτικής λογοτεχνίας» όπου οι Άγγλοι αναγνώστες θα διαβάζουν ξένους μεταφρασμένους συγγραφείς σε ποσοστό 50% του συνόλου της βιβλιοπαραγωγής στη χώρα τους και όπου φυσικά η ελληνική λογοτεχνία θα έχει ένα γενναίο μερίδιο; Θεόδωρος Γρηγοριάδης