Βιβλίο

Βιβλίο: Εικόνα
Το ανθρώπινο στίγμα (Philip Roth)

Το ανθρώπινο στίγμα (Philip Roth)

Βιβλίο: Συγγραφέας
Philip Roth
Βιβλίο: Εκδότης
Πόλις
Έτος: 2008
Ημερομηνία Εισαγωγής: 04/10/2018

Το καλοκαίρι του 2001, όταν το περιοδικό Time ανακήρυξε τον Φίλιπ Ροθ ως τον «καλύτερο μυθιστοριογράφο της Αμερικής και δεκάδες αντιφρονούντες κάθε στρατοπέδου ξεσηκώθηκαν εναντίον του. Φεμινίστριες, εβραίοι, κριτικοί, θεωρητικοί λογοτεχνίας. Όμως εκείνος έχει δηλώσει: «Θα έπρεπε να διαβάζετε τα βιβλία μου σαν μυθοπλασία, απαιτώντας τις απολαύσεις που μπορεί να παραγάγει η μυθοπλασία. Δεν έχω τίποτα να εξομολογηθώ και κανέναν στον οποίο θα ήθελα να εξομολογηθώ. Όσο για την αυτοβιογραφία μου, καλύτερα να μην αρχίσω να σας λέω πόσο πληκτική θα ήταν. Θα την αποτελούσαν σχεδόν αποκλειστικά κεφάλαια με μένα να κάθομαι μόνος σ’ ένα δωμάτιο, κοιτάζοντας μια γραφομηχανή. Η απουσία γεγονότων από την αυτοβιογραφία μου θα έκανε τον “Ακατονόμαστο” του Μπέκετ να διαβάζεται όπως ο Ντίκενς». Ο Φίλι Ροθ γεννήθηκε στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσι, ένα βιομηχανικό λιμάνι 150.000 κατοίκων, κυρίως λευκών, που ανήκαν στην εργατική τάξη. Στις δεκαετίες του ’30 και του ’40 ήταν ακόμη μια απομονωμένη επαρχιακή πόλη. Έζησε σε μια μικροαστική εβραϊκή γειτονιά ως τα 17 του χρόνια, οπότε και έφυγε για ένα μικρό πανεπιστήμιο της αγροτικής Πενσυλβανίας που είχε ιδρυθεί από βαπτιστές στα μέσα του 19ου αιώνα και συνέχιζε να απαιτεί από τους σπουδαστές την εβδομαδιαία παρακολούθηση της λειτουργίας στο παρεκκλήσι. Έκανε ένα χρόνο μεταπτυχιακά στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, μετά πήγε στην Ουάσινγκτον όπου υπηρέτησε τη θητεία του. Το 1956 επέστρεψε στο Σικάγο και δίδαξε στο εκεί Πανεπιστήμιο για δύο χρόνια. ʼρχισε να γράφω τα διηγήματα που αποτέλεσαν το «Αντίο Κολόμπους», κι όταν ο εκδότης του έκανε δεκτό το βιβλίο το καλοκαίρι του 1958, παραιτήθηκε από τη δουλειά του στο πανεπιστήμιο και μετακόμισε στο Μανχάταν για να ζήσει τη ζωή ενός νέου συγγραφέα και όχι ενός νέου καθηγητή. Έζησε στο Lower East Side για έξι μήνες περίπου, σε απόλυτη δυστυχία: δεν του άρεσε η λογοτεχνική σκηνή, δεν τον ενδιέφερε ο κόσμος των εκδόσεων. Στα χρόνια που ακολούθησαν, έζησε στη Ρώμη, το Λονδίνο, την Αϊόβα και το Πρίνστον. Όταν επέστρεψε στη Νέα Υόρκη το 1963, ήταν για να ξεφύγει από ένα γάμο και στη συνέχεια να ψυχαναλυθεί. Όταν τελείωσε η ανάλυση και η δεκαετία του 1960, έφυγε για την εξοχή όπου ζει μέχρι σήμερα. Ο Ροθ έχει γράψει 28 βιβλία μετά το Αντίο Κολόμπους το 1959 και δεν έχει σταματήσει παράγοντας ένα μικρό μυθιστόρημα κάθε χρόνο από το 2006 και μετά. Σαν να γίνεται πιο δημιουργικός όσο μεγαλώνει. Όμως καθώς γερνάει το ίδιο μεγαλώνουν και οι πρωταγωνιστές του. Ο Θάνατος έχει γίνει το βασικό του θέμα και όχι το σεξ των ηρώων του, τουλάχιστον όχι σαν εμμονή και ειδικά στον «Καθένα» όπου πραγματικά το γέρασμα παρατίθεται σαν μια άδοξη σειρά αναξιοπρεπών συμβάντων. Με το «Φεύγει το φάντασμα», γραμμένο το 2007, ο ακούραστος εβδομηνταεξάχρονος Φιλίπ Ροθ ολοκληρώνει τον κύκλο των μυθιστορημάτων του με ήρωα τον Νέιθαν Ζούκερμαν, σε ένα συγκινητικό και αυτοσαρκαστικό μυθιστόρημα που μιλάει για τη ζωή, τη φθορά του σώματος και την αντοχή της μυθοπλασίας. Τα τελευταία σύντομα μυθιστορήματα του Φιλίπ Ροθ, γραμμένα μετά το 2006, διακατέχονται από τη θεματολογία της ανθρώπινης φθοράς, τόσο σε σωματικό όσο και σε πνευματικό επίπεδο, χωρίς να δίνουν ελπίδες στους ήρωες ανάκαμψης. Από τον «Καθένα» και το «Φάντασμα φεύγει» μέχρι την «Αγανάκτηση», την «Ταπείνωση» και το επερχόμενο Nemesis, ο συγγραφέας, μέσα από τους αρσενικούς του ήρωες, απογυμνώνεται, αποδιαρθρώνεται, κλείνει διαρκώς λογαριασμούς με τη ζωή και την τέχνη του, αδιαφορώντας ακόμη και για το λογοτεχνικό κόστος της πρότερης διατίμησής του. Πρωταγωνιστής του «Ανθρώπινου στίγματος» είναι ο Κόλμαν Σιλκ, καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθήνα, ρηξικέλευθος κοσμήτορας της σχολής επί δεκαέξι χρόνια. Σεβαστό μάθημά του η ανασκόπηση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Θεοί, Ήρωες και Μυθολογία. Ο Κόλμαν είναι γείτονας με τον αποτραβηγμένο συγγραφέα (και alter ego του Ροθ) Νέιθαν Ζούκερμαν. Ξεκινώντας το μυθιστόρημα, που μας το διηγείται ο Ζούκερμαν, ομολογεί στον αφηγητή ότι στα εβδομήντα ένα του χρόνια είχε σχέσεις με μια τριανταπεντάχρονη καθαρίστρια στο Πανεπιστήμιο. είναι το ίδιο καλοκαίρι που αποκαλύπτεται ένα άλλο μυστικό, εκείνο του Μπιλ Κλίντον. Ο Κόλμαν είναι μια δυναμική παρουσία που εκσυγχρονίζει και βελτιώνει ριζοσπαστικά την ποιότητα σπουδών στο συγκεκριμένο Λίγο πριν πάρει σύνταξη, κατηγορείται για ρατσισμό από όλους εκείνους που είχε δυσαρεστήσει στην προσπάθειά του να ανανεώσει το πρόγραμμα σπουδών. Αιτία της κατηγορίας αποτέλεσε ο από μέρους του χαρακτηρισμός δύο φοιτητών που δεν είχαν εμφανιστεί ποτέ στα μαθήματα ως «spooks», που εκτός από την κανονική σημασία του «φαντάσματος», αποτελεί και υποτιμητικό χαρακτηρισμό του μαύρου. Ο Σιλκ έκανε το λάθος να χρησιμοποιήσει μια λέξη η οποία εκτός από την κύρια σημασία της είχε και μια άλλη, επειδή δεν γνώριζε πως, για κακή του τύχη, οι δύο άφαντοι φοιτητές ήταν μαύροι. Η περιπέτεια της άδικης κατηγορίας του τον κάνει να νιώσει απέχθεια για έναν χώρο στον οποίο είχε αφιερωθεί για τέσσερις περίπου δεκαετίες, και παραιτείται για να πάρει πρόωρη σύνταξη. Στο μεταξύ η γυναίκα του πεθαίνει ύστερα από εγκεφαλικό, το οποίο ο Σιλκ αποδίδει στην αναστάτωση που της προκάλεσε η περιπέτειά του. Ο Ζούκερμαν περιγράφει τον Κόλμαν ως ένα κομψό, γοητευτικό Εβραίο, με μια ελαφριά κιτρινωπή χροιά προσώπου, σαν ανοιχτόχρωμος μαύρος που περνιέται για λευκός. Ο Κόλμαν είναι πια στα εβδομήντα ένα χρόνια του, με νεανική εμφάνιση γερασμένου γόη, όταν γνωρίζει την τριαντατετράχρονη Φόνια Φάρλι, καθαρίστρια στο ταχυδρομείο, στο πανεπιστήμιο και εργάτρια σε γαλακτοκομική φάρμα. Όμορφη ιδιαίτερα, με δικό της προσωπικό στιλ, δηλώνει μη-εγγράματη. Ο Λες Φάρλι, ο σύζυγός της, την καταδιώκει επειδή τη θεωρεί υπεύθυνη για το θάνατο των δύο παιδιών τους από ασφυξία, όταν το κτίριο όπου ζούσαν πήρε φωτιά, ενώ αυτή είχε ερωτική συνάντηση με έναν μαραγκό μέσα στο φορτηγάκι του. Εκείνη φυλάει την στάχτη των παιδιών της και αφοσιώνεται στη σχέση με τον μεγαλύτερό της. Στο μεταξύ ο Ζούκερμαν μας έχει αναγγείλει τον θάνατο των δύο εραστών, αυτό όμως δεν αναχαιτίζει την αφηγηματική του δεινότητα και την αγωνία για τον αναγνώστη να μάθει τι είχε συμβεί. Η προαγγελία μάλιστα του χαμού τους στο εξής θα φωτίζει κάθε πτυχή της αφήγησης και η ενδοσκόπηση στο εσωτερικό των χαρακτήρων θα γίνεται ολοένα και πιο διεισδυτικά τόσο στο παρόν όσο και στο παρελθόν τους. Το μυστικό του Κόλμαν είναι ότι είναι λευκός αλλά δηλώνει Εβραίος. Τα ανοιχτά χρώματα του δέρματός του τον βοηθούν να «μεταμφιεστεί σε Εβραίο, και η απόλυτα συνειδητή αυτοεξορία από την οικογένειά του, λίγο αργότερα, τη φυλή του και το παρελθόν του τού εξασφαλίζουν την καλύτερη ζωή ενός Εβραίου. Όμως πολύ σύντομα θα τον αποκαλέσουν αράπη. Ο κοινωνικός αποκλεισμός βρίσκεται σε πλήρη διάταξη τη δεκαετία του σαράντα. Έβλεπε τη μοίρα που τον περίμενε και δεν την δέχτηκε. Όμως σε μια εμπόλεμη περίοδο «μπορούσε να παίξει με το χρώμα του όπως του άρεσε, να πάρει ό,τι χρώμα ήθελε. Γιατί όμως ειδικά Εβραίος; Διότι μεγαλωμένος σε εβραϊκό τμήμα του Νιούαρκ, ο Κόλμαν, ζηλεύει τα εβραιόπουλα με τους μπαμπάδες που ανέρχονται, έστω και μετ’ εμποδίων στην κοινωνική κλίμακα Φυλετικό στίγμα λοιπόν; «Αυτά παθαίνεις άμα μεγαλώνεις με ανθρώπους», είπε η Φόνια. «Αυτά παθαίνεις άμα τριγυρίζει όλη σου τη ζωή με πλάσματα σαν εμάς. Το ανθρώπινο στίγμα», είπε και μάλιστα χωρίς ίχνος αποστροφής, μομφής ή περιφρόνησης. Χωρίς καν θλίψη…. Αφήνουμε ένα στίγμα, ένα ίχνος, αφήνουμε το αποτύπωμά μας». Τελευταία συγκλονιστική σκηνή η συνάντηση του Ζούκερμαν με τον Λες Φάρλι σε μια λίμνη. Ο Φάρλι ψαρεύει στην παγωμένη λίμνη έχοντας ανοίξει με τρυπάνι μια οπή. Ακίνητος. Το τρυπάνι ξαπλωμένο στον πάγο, ενσάρκωση του μίσους. Του μιλάει, εκείνος τον ξέρει. Ο Ζούκερμαν τον προκαλεί με τις ερωτήσεις του. Τον ρωτάει αν είχε κανένα ατύχημα με αυτοκίνητο. Ο Φάρλι μιλάει λες κι είναι ένας άσχετος με την υπόθεση. Ρωτάει τον Ζούκερμαν τι βιβλία γράφει κι εκείνος απαντάει, αληθινές ιστορίες. πες μου τον τίτλο ενός από τα βιβλία σου. Το ανθρώπινο στίγμα. Το βλέμμα του σκοτεινό, υποκριτικό. Μιλάει για το σκοτάδι κάτω από τον πάγο. Ο Ζούκερμαν δεν αμφιβάλλει πια. Το βιβλίο του Φίλιπ Ροθ με το οποίο ολοκληρώνεται η τριλογία της Αμερικής («Παντρεύτηκα έναν κομουνιστή» και «Αμερικανικό Ειδύλλιο»), τιμήθηκε στις ΗΠΑ με το βραβείο «Φόλκνερ», ενώ στη Γαλλία με το βραβείο ξένου μυθιστορήματος (Medicis). Από τη σύνταξη του περιοδικού «Lire» ανακηρύχτηκε το καλύτερο βιβλίο του 2002. Πρόκειται για ένα πολυσύνθετο μυθιστόρημα. Ο αυτοκαθαρισμός της ταυτότητας, η διάπλασή της σε μια κοινωνία που καθορίζει και επιτάσσει ρόλους, ο διαρκής στιγματισμός συμπεριφορών αποτελούν λίγα από τα μοτίβα σε μια ιστορία που χρησιμοποιεί μια μη γραμμική αφήγηση με επιδέξιες ανακλήσεις και αναστροφές στην διάρθρωσή της. Μια σύγχρονη τραγωδία που δεν φοβάται να χρησιμοποιήσει την ελληνική κλασική γραμματεία υιοθετώντας προσωπεία και στοιχεία του αρχαίου δράματος. Θεόδωρος Γρηγοριάδης