Άρθρο

Άρθρο: Εικόνα
Χορεύοντας στις Σέρρες (Θεόδωρος Γρηγοριάδης)

Άρθρο: Είδος Άρθρου

Χορεύοντας στις Σέρρες (Θεόδωρος Γρηγοριάδης)

Την πρώτη φορά που θυμάμαι την πόλη είναι τη δεκαετία του 60 ΄ ο θείος Γρηγόρης αρραβωνιάζεται μια Σερραία κοπέλα. Η οικογένειά της έμενε σε ένα ψηλό όμορφο σπίτι, απέναντι από το Μπεζεστένι, ακριβώς δίπλα είναι σήμερα η οικία Παπαβασιλείου όπου διοργανώνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις. Ο αρραβώνας έγινε στον ʼη Γιάννη, με τα πολλά νερά να τρέχουν τριγύρω μας. Σήμερα το τσιμέντο και τα μαγαζιά έπνιξαν τον τόπο, όμως η δροσιά παραμένει. Εκεί, μέσα σε ένα ευρύχωρο μαγαζί, γιορτάσαμε τον αρραβώνα. Ήμουνα πρώτος σε κάθε κυκλικό χορό και πρώτευα σε κάθε σόλο. Αργότερα τη δεκαετία του εβδομήντα άρχισα να έρχομαι στην πόλη με φίλους που είχα γνωρίσει στο Πανεπιστήμιο. Τη δεκαετία του ογδόντα οι Σέρρες ήταν ο πιο δημοφιλής μου προορισμός για γλέντια και γιορτές. Στα λιγοστά μαγαζιά, τότε, επικρατούσε πολύ κέφι. Χορεύαμε μέχρις εξαντλήσεως και τις απόκριες φτιάχναμε ένα δικό μας Ρίο, με τα κουρέλια μιας καρναβαλικής εποχής που- σαν τελευταίοι Διόνυσοι- ακόμη κουβαλούσαμε. Το 1996 κυκλοφόρησε «Ο χορευτής στον ελαιώνα», η μεγαλύτερη εκδοτική μου επιτυχία. Η ιστορία του χορευτή που δεν μπορεί να αντέξει την αγάπη της παρτενέρ του και τελικά χάνεται στην αινιγματική κοιλάδα, συγκίνησε πολλούς και ακόμη περισσότερους πέρα από την πόλη. Κι έτσι ήρθα και άραξα τα τελευταία χρόνια στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη, υλοποιώντας ένα όνειρο: πώς να είσαι δάσκαλος και συγγραφέας μαζί. Βρήκα σε αυτό πρόθυμους ανθρώπους και έτσι άρχισαν τα Λογοτεχνικά Σεμινάρια, οι λογοτεχνικές επισκέψεις στα γυμνάσια και λύκεια των χωριών αλλά και στα πιο οργανωμένα όπως το «Μουσικό Σχολείο» , η Κινηματογραφική Λογοτεχνική Λέσχη, οι εκδηλώσεις μέσα και έξω από την Δημόσια Βιβλιοθήκη που τώρα πια στεγάζεται σε ένα πενταόροφο κτίριο, στολίδι για την ασφυκτική πόλη. Σε μια ειδική αίθουσα της Βιβλιοθήκης στεγάζεται η συλλογή του Γιώργου Αγγειοπλάστη, με έξι χιλιάδες παλιές και σπάνιες φωτογραφίες της περιοχής και των ανθρώπων της, οι δε ψηφιακές σελίδες της βιβλιοθήκης λειτουργούν ως πολιτιστική πύλη στο διαδίκτυο. Η Δημόσια Βιβλιοθήκη, το Δημοτικό Θέατρο είναι δύο χώροι με τους οποίους έχω εμπλακεί δημιουργικά. Στα «Αστέρια» η ηρωίδα μου από τη «Δεύτερη γέννα», η Ρένα απέκτησε φωνή και υπόσταση μέσα από την ηθοποιό Φιλεράτη Κομνηνού και την καθοδήγηση του Θοδωρή Γκόνη. Ανέκαθεν όμως είχα συνδέσει τις Σέρρες με γλέντια και πολιτιστικά και αυτά δεν είναι λίγα για μια πόλη. Μπορεί να μην έχει ως δόμηση εξέχουσες ομορφιές, όμως η κοινωνία της είναι το μεγαλύτερο όπλο της. Ένας άλλος, πριν από εμένα, κάτι αιώνες πριν τα είχε πει: «Έχω τόσο ωραίες αναμνήσεις απ’ την πόλη και τους κατοίκους της, πέρασα τόσο όμορφες και τρυφερές στιγμές μέσα σ’ αυτήν και στα υπέροχα θέρετρά της, που θα έχω πάντα κάτι να θυμάμαι». Αυτός ήταν ο μεγάλος Τούρκος περιηγητής του 17ου αιώνα Εβλιά Τσελεμπί που περιέγραφε στο ταξιδιωτικό του χρονικό «Σεγιαχατναμέ» την πόλη της Σιρόζ, τις Σέρρες. Τότε η πόλη ανήκε στην μεγάλη οθωμανική αυτοκρατορία και το παρελθόν εκείνο, ακόμη βαραίνει σε κάποια ιστορικά κτίσματα που απέμεναν, επιμελώς αφημένα δεκάδες χρόνια, μέχρι να γίνει αντιληπτό στις μέρες μας ότι το παρελθόν όχι μόνον δεν διαγράφεται αλλά και επανεκτιμάται συνεχώς και ότι το κομμάτι της οθωμανικής ιστορίας για τις Σέρρες αποτελεί μια οριακή φάση στην μετεξέλιξή της ως κέντρο των νοτίων βαλκανίων. Ορισμένα οθωμανικά κτίσματα της πόλης, το Τέμενος του Μεχμέτ Μπέη και το κοντινό τέμενος Ζιντζιρλί αποτελούν μυστικούς προορισμούς πολλών ταξιδιωτών που αναζητούν τις διάσπαρτες θρησκευτικές ρίζες τους και τους ξεχασμένους δερβίσηδες. Ένας από αυτούς είναι και ο δικός μου «Παλαιστής και ο δερβίσης», το τελευταίο μου μυθιστόρημα που κι αυτό χρωστάει την έμπνευσή του στην πόλη. Η ιστορία είναι σκόρπια και αποσπασματική παντού, μέσα από ερείπια, σε θραύσματα και σε ίχνη που πολλές φορές δεν τα προσέχεις καθώς βρίσκεσαι πλάι τους. Ίσως η ακρόπολη των Σερρών, ο Κουλάς, που κρατάει από την Σερβοκρατία, να είναι το πιο επιβλητικό απομεινάρι, εκεί απ’ όπου βλέπεις την πόλη πανοραμικά, ενώ πίσω ακριβώς από το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου ξεκινάει μια διπλή διαδρομή. Ο κατηφορικός δρόμος σε οδηγεί κατευθείαν στην καταπράσινη κοιλάδα με την τεχνητή λιμνούλα, το ποταμάκι, τον ποδηλατόδρομο, τα δασικά μονοπάτια, τις ξύλινες γέφυρες, ενώ η ανηφορική, μέσα από στροφές και ορεινά τοπία, σε απογειώνει στον Λαϊλιά, με τα θαυμαστά νερά, που τους χειμερινούς μήνες αποτελεί δημοφιλή προορισμό. Παρά την ορεινή καταγωγή μου, από το Παλαιοχώρι Παγγαίου, δεν ξετρελαίνομαι με τα βουνά, ειδικά τους χειμερινούς μήνες. Προτιμάω την πόλη, τους δρόμους, τα εσωτερικά των σπιτιών, των καφέ, των μαγαζιών. Οι Σέρρες έχουν περάσματα ανάμεσα από τις ψηλές άχαρες πολυκατοικίες που οδηγούν σε ανοιχτωσιές, πεζοδρόμους και λαβυρινθώδεις γειτονιές. Οι περισσότεροι δρόμοι οδηγούν στην κεντρική πλατεία όπου τα μπουγατσατσίδικα είναι τα επιβλητικά σημεία συνάντησης ξένων και ντόπιων. Η μπουγάτσα (μπουγάτσα κρέμα, τυρί, σπανάκι αλλά και με κρέας), είναι τοπικό έδεσμα και σύμβολο της πόλης, όπου πρωτεϊνες και επικίνδυνες θερμίδες δίνουν μια μάχη ενάντια στην βουλιμία και την εγκράτεια. Μερικές φορές, δραπετεύω από την βιβλιοθήκη, και πετιέμαι προς τα εδώ αλλά προτιμώ τα καφέ και τα καφενεία που μερικά, μετά τις έντεκα, μετατρέπονται σε ουζερί. Σε ένα από αυτά, το «Κεντρικόν» διαλέγω πάντα την θέση απέναντι από την κεντρική είσοδο του Αρχαιολογικού Μουσείου των Σερρών, το Μπεζεστένι. Το Μπεζεστένι, παλιά, πολύ παλιά, που λέμε στα παραμύθια, αποτελούσε την κλειστή στεγασμένη αγορά της πόλης. Χτίστηκε στο τέλος του 15ου αιώνα και το 1970 μετατράπηκε σε ένα λιτό μουσείο: αγγεία, λίθινα και οστέινα εργαλεία, ειδώλια και κοσμήματα από την Νεολιθική περίοδο. Αρχαϊκά και των κλασικών χρόνων όπλα και ειδώλια. Δύο μαρμάρινες πόρτες από την ελληνιστική περίοδο, η ανάγλυφη μαρμάρινη εικόνα του Χριστού Ευεργέτη και της Παναγίας από τα Βυζαντινά χρόνια και ένα εντοίχιο ψηφιδωτό του αποστόλου Ανδρέα από τον Μητροπολιτικό ναό των Αγίων Θεοδώρων είναι μερικά από τα εκθέματα που έχω δει και ξαναδεί. Ο ναός των Αγίων ενδόξων στρατιωτικών μαρτύρων Θεοδώρων είναι ένας μεγαλοπρεπής ναός, βουλιαγμένος μέσα στη γη, με πολλές επεμβάσεις στην διάρκεια των χρόνων, με παλαιοχριστιανικά στοιχεία που μπορεί να ανάγουν την αρχική κατασκευή έως και τον 6ο αιώνα. Γενικότερα η περιοχή αυτή, γύρω από την παλιά μητρόπολη και κάτω από την Ακρόπολη Κουλά, διατηρούν κάτι από το χρώμα των παλιών γειτονιών. Εδώ κάποιοι φίλοι, έχουν όμορφα σπίτια και πολλές βραδιές έφευγα και φεύγω από το σπίτι τους, παραζαλισμένος από τα τσίπουρα, τα κρασιά και τους φιλόξενους μεζέδες. Ναι, μπορεί η δόμηση να καταβρόχθισε γενικότερα την παραδοσιακή αρχιτεκτονική όμως τις βασικές αξίες της φιλοξενίας, που στην βόρεια Ελλάδα είναι αδιατάραχτα ανεβασμένες, δεν τις υποβάθμισε. Μου αρέσουν τα μεσημέρια της πόλης. Το σύννεφο που ευωδιάζει τσίκνα καθώς ανέρχεται μέσα από τα στενάκια, πίσω από το Μπεζεστένι, στην επικράτεια των σουβλατζίδικων και των καφέ. Είναι ωραία να παραπατάς μεσημεριάτικα αλλά κάθε φορά μια θλίψη με γεμίζει. Πάει κι αυτό το παλιό ζυγοποιείο, πάνε τα επιδιορθωτήρια υποδημάτων και τα μικρομάγαζα. Το «τροχείον-ακονιστήριον» έκλεισε πια για να γίνει ένα ακόμη μπαρ, όπου λιμνάζουν όρθιοι πελάτες και τον χειμώνα κάτω από τις ορθωμένες λαμπόσομπες αράζουν κουρασμένοι ψυχοπνευματικά σπουδαστές. Το φθινόπωρο στις Σέρρες είναι γλυκό και πάντοτε τάζω στον εαυτό μου μια βόλτα στη λίμνη Κερκίνη με το γαλήνιο τοπίο όπου κορμοί δέντρων βουτάνε μέσα στα νερά μαζί με τα πουλιά, ενώ στα ήρεμα νερά καθρεπτίζονται τα απέναντι θεόρατα βουνά. Βόλτες και στις όχθες του Στρυμόνα, που τον διέπλευσα στον «Ναύτη» το 1993, μαζί με μια γοργόνα μέχρι να φτάσουμε στην Αμφίπολη για να ξανοιχτούμε στα πέλαγα της ζωής και της Ιστορίας. Από αυτή την Ιστορία κρατάω την σκηνή που μου αρέσει ακόμη, όπου ο Ξέρξης διέσχισε τον Στρυμόνα μια φορά ως επιτιθέμενος και τη δεύτερη ηττημένος, μαζεύοντας τα ράκη του. Οι «Πέρσες» του Αισχύλου αναφέρουν την σκηνή αυτή, ενώ ο Ηρόδοτος λέει ότι τα λιοντάρια της Αμφίπολης κατασπάραξαν τις καμήλες της περσικής στρατιάς. Σήμερα το λιοντάρι της Αμφίπολης, κουρασμένο στους αιώνες, παραμονεύει στο κομβικό σημείο όπου ενώνονται ο νομός Θεσσαλονίκης, Καβάλας και Σερρών, εκεί όπου εκβάλει ο Στρυμόνας στο Αιγαίο, εκεί όπου η Εγνατία ενώνει Δύση και Ανατολή και κάθε διαδρομή γεννά προσδοκίες και ελπίδες για κάτι καινούργιο. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΝΕΑ, στο ειδικό τεύχος «ΜΙΚΡΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ-Είκοσι συγγραφείς μας αποκαλύπτουν τα μυστικά του τόπου τους» με φωτογραφίες του Πάρι Πετρίδη. Στο περιοδικό επιλέχτηκε η λεζάντα «Για ούζα απέναντι στο Μπεζεστένι». Σάββατο 27 Αυγούστου 2011