Απονομή βραβείου «Διδώ Σωτηρίου» στην Σόνια Ιλίνσκαγια
Στο Μουσείο Μπενάκη την Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2007 η Εταιρεία Συγγραφέων απένειμε το ετήσιο Βραβείο «Διδώ Σωτηρίου» στην Σόνια Ιλίνσκαγια για την προσφορά της στα ελληνικά γράμματα. Πέρυσι το ίδιο βραβείο είχε δοθεί στον ελληνιστή καθηγητή Mario Vitti οποίος έχει γράψει την «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας». Για την συμβολή της βραβευμένης καθηγήτριας δημοσιεύουμε ολόκληρη την προσφώνηση που έκανε η ποιήτρια, πεζογράφος και κριτικός Ρούλα Κακλαμανάκη η οποία είναι και η Αντιπρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων. Το βραβείο στην Σόνια Ιλίνσκαγια απένειμε η συγγραφέας και Ακαδημαϊκός Γαλάτεια Σαράντη. Η βραβευμένη ελληνίστρια μίλησε για τη ζωή και το μεταφραστικό της έργο αφού είναι η πρώτη που μετέφρασε στα Ρωσικά τον Καβάφη και τους περισσότερους Έλληνες ποιητές. Ζει στην Ελλάδα εδώ και είκοσι χρόνια. Η προσφώνηση της Ρούλας Κακλαμανάκη: Το Δ. Σ. της Εταιρείας Συγγραφέων, με ομόφωνη απόφαση του, επέλεξε για το ετήσιο βραβείο εις μνήμην Διδώς Σωτηρίου την καθηγήτρια της ελληνικής λογοτεχνίας κ. Σόνια Ιλίνσκαγια Αλεξανδροπούλου, λόγω της εξαιρετικής συνολικής προσφοράς της στην ανάδειξη και τη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στην αλλοδαπή. Έχω την εξαιρετική τιμή και τη μεγάλη χαρά να πω λίγα λόγια για την γνωστή σε όλους, την καλή κι ευγενική, την άξια της αγάπης και του σεβασμού, αλλά και του θαυμασμού μας, για την προσωπικότητα, το ήθος και το ύφος, αλλά και τη μεγάλη προσφορά της στα ελληνικά γράμματα. Τις έρευνες, τις μελέτες, τη διδασκαλία, τις μεταφράσεις, μα και τη συμμετοχή της σε ένα πλήθος δραστηριότητες για την κατανόηση και τη διάδοσή τους στο εξωτερικό. Η Σόνια Ιλίνκαγια σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Λομονόσοφ της Μόσχας με παράλληλη ειδίκευση στη νεοελληνική και τη ρωσική φιλολογία. Ασχολήθηκε με τη διάδοση ? μελέτη και μετάφραση ? της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Έχει εκλεγεί τακτικό μέλος της Ένωσης Συγγραφέων της πατρίδας της, ως κριτικός και μεταφράστρια της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας. Μέχρι το 1983 διετέλεσε ερευνήτρια του Ινστιτούτου Σλαβικών και Βαλκανικών Μελετών της Ακαδημίας Επιστημών της Ρωσίας. Το 1983, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα. Είναι ομότιμη καθηγήτρια Νέας Ελληνικής φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, όπου δίδαξε την νεοελληνική λογοτεχνία επί 22 χρόνια. Το 2002 από τη Ρωσική Ακαδημία Επιστημών της έχει απονεμηθεί ο επιστημονικός τίτλος Doctorat d? Etat για το σύνολο των καβαφικών μελετών της. Έχει εκδώσει 12 βιβλία με τα οποία θεμελιώθηκαν οι έρευνες της νέας ελληνικής λογοτεχνίας στη Ρωσία και μέχρι τώρα παραμένουν μοναδικές στη ρωσική βιβλιογραφία. Τα βιβλία αυτά, τροφοδότησαν το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού και των εκδοτικών οίκων και στάθηκαν βάση ποικίλων μεταφραστικών και ερευνητικών εξορμήσεων. Επίσης, η Σ.Ι. Έχει αναπτύξει μεγάλη δραστηριότητα στην επίμονη προβολή με όλους τους τρόπους (συμμετοχή σε Συνέδρια, σεμινάρια, παρουσιάσεις, ομιλίες, άρθρα στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο) τα θέματα των ερευνών της (κυρίως τα καβαφικά) στα Πανεπιστήμια του εξωτερικού (Μόσχα, Πετρούπολη, Άμστερνταμ, Ρώμη, Κατάνια, Παλέρμο κλπ), καθώς και σε πολλούς πολιτιστικούς συλλόγους εσωτερικού και εξωτερικού. Τι είναι όμως εκείνο το ιδιαίτερο που σημαίνει για μας αυτό το όνομα; Τι είναι εκείνο το ξεχωριστό που μας ελκύει σ΄ αυτό το ανεπιτήδευτο ωραίο πρόσωπο όσον αφορά τη σχέση του με την Ελλάδα και τα ελληνικά γράμματα; Ποιο το νόημα της ομόφωνης επιλογής του από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας μας, μεταξύ άλλων άξιων και θαυμαστών προσώπων και ονομάτων με εξαιρετική συνολική προσφορά στην ανάδειξη και τη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στην αλλοδαπή, για τη φετινή απονομή του βραβείου μας; Η Ελλάδα των γραμμάτων και των τεχνών έχει καλή τύχη στον τομέα των εξαιρετικώς αξιόλογων προσωπικοτήτων αλλοδαπών αλλά και ημεδαπών που αναλώνουν την ενέργειά τους στην ανάδειξη και τη διάδοση των επιτευγμάτων μας στην αλλοδαπή. Είναι γιατί γοητεύονται και αγαπούν την Ελλάδα και τον πολιτισμό μας, αλλά και γιατί βρίσκουν μεγάλο ενδιαφέρον όχι μόνο στα, μοναδικά στον κόσμο αριστουργήματα της αρχαιότητας, αλλά και στη συνέχειά τους. Στη σύγχρονη πνευματική παραγωγή που κατέχει μια σημαντική θέση στον κόσμο. Σ΄ ένα τέτοιο πλαίσιο και η Σ.Ι., διαθέτει και κάτι εντελώς ιδιαίτερο σε σχέση με την «ουσία» των προσεγγίσεων της. Την αύρα ή την ενέργεια, την ποιητική πνοή τελικά, του πνευματικού και καλλιτεχνικού έργου που συγκροτεί την ελληνική γραμματεία. Τη «σάρκα» του λογοτεχνικού λόγου όπως η ίδια η Σόνια Ιλίνκαγια, δηλώνει, που θέλει να περνάει και να νιώθεται μέσα από τις φιλολογικές της προσεγγίσεις, αναλύσεις και εκτιμήσεις, όπως τις τοποθετεί μέσα στο χρόνο και τη διαχρονικότητά τους, μέσα στην ιστορία των γεγονότων και της σημασίας τους. Έργο τεράστιο, μεταφραστικό, ερευνητικό και συγγραφικό, πρωτότυπο για το τεράστιο κοινό της Ρωσίας και των άλλων δημοκρατιών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Ένα έργο πενήντα μέχρι τώρα ετών, που έθεσε γερά θεμέλια για την περαιτέρω αξιοποίησή του από τις επερχόμενες γενεές. Ένα έργο πάνω στο οποίο βασίστηκαν και βασίζονται πολλά άλλα έργα και πάμπολες πολιτιστικές δραστηριότητες, αλλά και ένα έργο που εξακολουθεί να πρωτοστατεί με τις νέες συνθήκες σήμερα, με προοπτικές μάλιστα μακράς συνέχειας και στο μέλλον. Ένα έργο με την ποσότητα που ήδη αναφέρθηκε, και τη σφραγίδα της τελειότητας την οποία προσεγγίζει με αυτό ακριβώς το πάθος, τη σκληρή και επίμονη δουλειά, και τη μεγάλη αίσθηση ευθύνης, η Σόνια, πλάι στον επίσης αφοσιωμένο σε μεγάλα έργα και τεράστιες επιδόσεις στον τομέα του, σύντροφό της Μήτσο Αλεξανδρόπουλο ο οποίος παράλληλα στέκεται δίπλα της, όπως και εκείνη στέκεται δίπλα του για να στηρίζει ο ένας τη δουλειά του άλλου ώστε να πολλαπλασιάζουν τις δυνάμεις και τις δυνατότητές τους, καταθέτοντας έργο ζωής μεγάλης αξίας. Θα τελειώσω με κάτι ίσως δευτερεύον ως προς αυτή τη διάσταση του έργου της Σ.Ι. αλλά πολύ σπουδαίο και ως θεμέλιο και ως οικοδόμημα μιας συνολικής και αλληλοτροφοδοτούμενης προσφοράς. Κάτι που συνδέεται με το ήθος και την ανιδιοτέλεια, αλλά και με το ρίσκο προσωπικών επιπτώσεων, στην άρνηση υποταγής σε σκοπιμότητες ανάρμοστες με την ευθυκρισία στις επιλογές ενός ερευνητή και κριτικού της λογοτεχνίας. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι συνθήκες στις οποίες εξελίχτηκε η δραστηριότητά της στη Ρωσία, η προσπάθειά της για την αναβάθμιση της προβολής της ελληνικής λογοτεχνίας στον ρωσικό χώρο, αντιμετώπιζε και κάπως ιδιαίτερες δυσκολίες. Δεν έφτανε να προωθηθεί μια αξιόλογη πρόταση, έπρεπε να περάσει από κάποιες απαραίτητες εγκρίσεις, εξωλογοτεχνικές. Πετυχαίνοντας μια απερίσπαστη από πολιτικά και ιδεολογικά κριτήρια την έκδοση ανθολογίας των Διηγημάτων Ελλήνων συγγραφέων (1979), επιχείρησε να συντάξει μια παρόμοια ανθολογία της σύγχρονης ελληνικής ποίησης «Ο Ηρακλής κι εμείς». Συνάντησε ανυπέρβλητα εμπόδια και, αφού ο αγώνας της δεν απέδωσε, υπέβαλε την παραίτησή της, απέσυρε το όνομά της από την επιλογή και επιμέλεια της έκδοσης, καθώς και την εισαγωγή της. Σε συνεννόηση με το εκδοτικό που επί της ουσίας καταλάβαινε το δίκιο της, προσέβαλε το συμβόλαιό της και επέστρεψε την προκαταβολή της, διατυπώνοντας ανοιχτά την αιτιολογία αυτής της πράξης. Δήλωσε ευθαρσώς, πως δεν είναι δυνατόν να μη συμπεριλάβει στην επιλογή της ποιητές όπως οι Αναγνωστάκης, Πατρίκιος, Κωσταβάρας κ.α. που κρίθηκαν ανεπιθύμητοι. Χειρονομία πνευματικής δεοντολογίας και συνέπειας, όχι και τόσο συνηθισμένης. Ρούλα Κακλαμανάκη