Άρθρο

Άρθρο: Εικόνα
"Ανάπλους" του Θανάση Βαλτινού" από τον Ηλία Μαγκλίνη

Άρθρο: Είδος Άρθρου

"Ανάπλους" του Θανάση Βαλτινού" από τον Ηλία Μαγκλίνη

Ηλίας Μαγκλίνης Για το νέο βιβλίο του Θανάση Βαλτινού Μια ζωή κόντρα στο ρεύμα «Η αίσθηση της Ιστορίας δεν έχει σχέση με τη λογιστική των γεγονότων και την ερμηνεία τους, αλλά με τον μόρσιμο απόηχό τους», γράφει ο Θανάσης Βαλτινός στη συλλογή άρθρων και δοκιμίων «Κρασί και νύμφες. Μικρά κείμενα επί παντός» (Εστία, 2009). Το ιστορικό γεγονός στο πεζογραφικό έργο του Θανάση Βαλτινού (γενν. το 1932), από τα πρώτα του κείμενα, το διήγημα «Αύγουστος ’48» και τη νουβέλα «Η κάθοδος των εννιά» έως τον δοκιμιακού τύπου «Τελευταίο Βαρλάμη» και τώρα τον υπό μορφής συνέντευξης μυθιστορηματικό «Ανάπλου», είναι κάτι πολύ περισσότερο από σκηνικό ή πηγή έμπνευσης: είναι το μεδούλι της μυθολογίας του. Οχι όμως η Ιστορία γενικά (μακριά από τον Βαλτινό το λεγόμενο «ιστορικό μυθιστόρημα») αλλά η Ιστορία ως σάρκα εκ της σαρκός του, όνειρο μέσα στ’ όνειρό του. Εξ ου και ο «μόρσιμος απόηχος» της Ιστορίας που περνά μέσα στη μυθοπλασία του. Φρεσκάδα, σκληρότητα Ο «Ανάπλους» (Εστία, 2012) το τελευταίο του πεζό, ένα ιδιότυπο μυθιστόρημα 160 σελίδων περίπου, επιβεβαιώνει αυτό το δεδομένο και την ίδια στιγμή ξαφνιάζει: έκπληξη η μορφή που δίνει ο συγγραφέας στο υλικό του, η φρεσκάδα της φράσης του, η σκληρότητα των λέξεών του, δραστική και ποιητική μέσα σε ένα απόλυτα πεζογραφικό σύστημα. Ο «Ανάπλους» είναι μια συνέντευξη. Μια συνέντευξη που συνέβη και δεν συνέβη. Δεν έχει σημασία αυτό. Συνδυάζει δύο από τις κατ’ εξοχήν αρετές του πεζογράφου Βαλτινού: τον διάλογο, τη στιχομυθία, και τον πρωτοπρόσωπο μονόλογο. Είναι λες και η δημοσιογραφική μορφή της συνέντευξης να ήταν η απάντηση στις προσευχές ενός συγγραφέα που, όπως έκανε και με τον έξοχο «Βαρλάμη», έτσι και εδώ, προσπαθεί συνεχώς να πειραματίζεται με τον τρόπο του γράφειν. Το εκπληκτικό είναι ότι αυτός ο πειραματισμός του βγαίνει στο τέλος. Μετρ του διαλόγου ο Βαλτινός (βλέπε «Φτερά μπεκάτσας» αλλά και πολλά διηγήματά του, κυρίως στη συλλογή «Εθισμός στη νικοτίνη»), βασίζεται στο παιχνίδι της στιχομυθίας για να ξετυλίξει το νήμα της ζωής του και της σκέψης του, των εμμονών του (π.χ., δίψα, λαγνεία), για να ανακεφαλαιώσει τον χαμένο χρόνο, να ανασυστήσει φαντάσματα, να ξορκίσει άλλα (π.χ., τον πόλεμο), να ζωντανέψει αγαπημένες μορφές και να πλεύσει μέσα στις λέξεις. «Ανάπλους» βέβαια σημαίνει κόντρα στο ρεύμα. Μην πάει ο νους σας όμως σε πολυφορεμένη επαναστατικότητα, ασυμβίβαστες στάσεις ζωής κ. ο. κ. Η όποια επανάσταση και το ασυμβίβαστο εδώ αφορά τον εσωτερικό κόσμο του συνεντευξιαζόμενου εν προκειμένω: ο κόντρα-ρόλος που επέλεξε να παίξει όντας αντιμέτωπος με τους δισταγμούς και τους φόβους του, με τη μόνωση και την τραχύτητα του βίου - ειδικά τα χρόνια της δεκαετίας του ’40 στη Σπάρτη, στην Τρίπολη, στο Γύθειο. Κατοχή, αντίσταση και, φυσικά, Εμφύλιος. Το φάντασμά του πλανάται σε όλο το βιβλίο: «Αυτοί οι θάνατοι, αναίτιοι κατά κάποιον τρόπο, σκέπαζαν την πόλη», γράφει. Μέσα σε αυτή τη διαλογική αφήγηση όμως, υπό τη μορφή των απαντήσεων στις ερωτήσεις της φοιτήτριας που έχει ως θέμα της διπλωματικής της την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου στο έργο του Βαλτινού, αναπτύσσονται πρωτοπρόσωποι μονόλογοι του συγγραφέα - οικείο πεδίο από την εποχή της «Καθόδου» και του πρώτου «Κορδοπάτη» έως τα σπαράγματα της «Ορθοκωστάς» και του δεύτερου «Κορδοπάτη». Εξομολογήσεις, αναστοχασμοί, ενθυμήσεις, ερωτικές διηγήσεις, απολογισμοί και μνήμες που φορές φορές έχουν μια κρυστάλλινη συγκίνηση. Π.χ., όταν ο συγγραφέας θυμάται την αλλόκοτη θλίψη (κάτι σαν μια ενστικτώδη, μύχια προειδοποίηση μελλοντικών απωλειών) που τον κατέκλυσε παιδί παρατηρώντας τους γονείς του να χορεύουν σε ένα πανηγύρι: «Μου χαμογελούσαν καθησυχαστικά και κάποια στιγμή η μητέρα μου με αγκάλιασε πάλι, με αγάπη. Κρατήθηκα για να μη με πάρουν τα κλάματα. Αισθανόμουν ότι έπρεπε να τους προστατέψω αυτούς τους δυο, να τους προστατέψω εγώ, και ταυτόχρονα ήξερα ότι δεν μπορούσα να το κάνω». Η φαινομενική ψυχρότητα του λόγου, οι νύξεις πάνω σε όσα αποσιωπούνται για τις σχέσεις των προσώπων, πυροδοτούν εσωτερικές καύσεις και εντάσεις που κρατούν το κείμενο ζωντανό, παλλόμενο διαρκώς. Προσωπική μυθολογία Εν τέλει, ο «Ανάπλους» συνιστά μια προσωπική μυθολογία χωρίς καμία εύκολη μυθοποίηση. Μια μυθογραφία που πατά πάνω στην κινούμενη άμμο του βιωμένου και του ιστορικού συμβάντος. Για να κλείσουμε όπως ξεκινήσαμε, αλιεύοντας από το «Κρασί και νύμφες»: «Το ιστορικό γεγονός παραμένει αυτούσιο κατά το σχήμα του, όμως ο συγγραφέας, εντάσσοντάς το στο δικό του σύστημα αξιών -των δικών του συγγραφικών αξιών-, το αδειάζει από το αντικειμενικό του περιεχόμενο, καθιστώντας το έτσι μέρος της προσωπικής του ιστορίας. Και κάθε προσωπική ιστορία είναι ιστορία μυθική». Από την εφημερίδα "Καθημερινή" Τετάρτη 16/5/2012.