«Οι Βατσιμάνηδες της Μασσαλίας»
«Η Μεσόγειος είναι δρόμοι, δρόμοι θαλασσινοί και στεριανοί μαζί. Ενωμένοι, Δρόμοι, πολιτείες δηλαδή, μικρές ή μεγάλες. Χέρι με χέρι στέκουν μαζί το Κάιρο και η Μασσαλία, η Γένοβα και η Βηρυττός. Η Ιστανμπούλ και η Ταγγέρη. Η Τύνιδα και η Νάπολη. Η Βαρκελώνη » Ο Ζαν-Κλωντ Ιζζό, γιος Ιταλού και Ισπανίδας, με λίγο αραβικό αίμα στις φλέβες του, γεννήθηκε στην Μασσαλία το 1945 αλλά δυστυχώς πέθανε το 2000. Στα βιβλία του κυριαρχεί η πόλη της Μασσαλίας, το μεγάλο αυτό μεσογειακό λιμάνι που έχει αποτυπώσει όλες τις μνήμες της μεσογειακής ιστορίας από την εποχή που ήταν αρχαία ελληνική αποικία μέχρι τις μέρες μας. Τρεις είναι οι βασικοί ήρωες του μυθιστορήματος «Οι βατσιμάνηδες της Μασσαλίας» που εκδόθηκε στην Γαλλία το 1997: ο λιβανέζος καπετάνιος Αμπντούλ Αζίζ, ο Έλληνας υποπλοίαρχος Διαμαντής και ο τούρκος ασυρματιστής Νεντίμ. Είναι μέλη του πληρώματος του φορτηγού πλοίου «Αλντεμπαράν» ιδιοκτησίας ενός ύποπτου κύπριου εφοπλιστή που βρίσκεται παροπλισμένο στο λιμάνι της Μασσαλίας. Εκεί πάνω, στο ακινητοποιημένο πλοίο, που σαπίζει και γεμίζει με κατσαρίδες, οι τρείς άντρες αναλογίζονται τα ταξίδια, τις ζωές μα κυρίως τις γυναίκες που αγάπησαν και άφησαν πίσω τους.Οι περιπλανήσεις τους στα μπαρ του λιμανιού θα τους φέρουν κοντά σε δύο γυναίκες την ώριμη Αμινά και τη νεότερη Λαλά, σημαδεμένες κι αυτές από το παρελθόν και ειδικά η Αμινά από τον Διαμαντή που την αναζητούσε απελπισμένα. Η ιστορία ακούγεται σαν τα δικά μας «Κόκκινα Φανάρια» όμως δεν διαθέτει τέτοιου είδους αφέλειες. Είναι μια παραβολή της πόλης που αργοπεθαίνει και είναι μια ακόμη διατριβή πάνω στο θέμα της ανάμειξης των λαών όπως τονίστηκε στην γαλλική L΄ Express. Πέρα από το μελοδραματικό στοιχείο που ενσκήπτει στο τέλος του μυθιστορήματος, έχουμε ένα καλοδουλεμένο υπόβαθρο απ΄ όπου ο αληθινός πρωταγωνιστής είναι η Μεσόγειος όπως την ιστοριογράφησε ο Γάλλος ιστορικός Φερνάν Μπροντέλ και ο Σλάβος Πετράγκ Ματβέγιεβιτς. Μια Μεσόγειος θηλυκή, αινιγματική και τρυφερή σαν τις γυναίκες του βιβλίου που τελειώνει με τη φράση «... το σεβασμό και τη τρυφερότητα που οφείλει κανείς στις λαβωμένες γυναίκες».