«Αγάπη» (Τόνι Μόρισον)
Βραβευμένη αλλά και επιβαρημένη (λόγω των αναμενόμενων προσδοκιών) με το Νόμπελ Λογοτεχνίας 1993 η Τόνι Μόρισον έδωσε το τελευταίο της μυθιστόρημα το 2003 και μόλις τώρα το διαβάσαμε και στα ελληνικά σε μετάφραση Κατερίνας Σχινά. Στην «Αγάπη» βασικός πρωταγωνιστής είναι ένας απών, ο Μπιλ Κόζι, πλούσιος αυτοδημιούργητος άντρας, ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου Κόζι που γνώρισε μέρες δόξας και κατάπτωσης. Ο Μπιλ Κόζι είναι νεκρός εδώ και είκοσι πέντε χρόνια τη στιγμή που ξεκινά η αφήγηση. Το βιβλίο ξεκινάει με μια φιγούρα, μισοκρυμμένη, που προσπαθεί να μας δώσει μερικά ίχνη για να βρούμε την άκρη στην ιδιαίτερη ιστορία του Κόζι και των ανθρώπων του ή μάλλον των γυναικών του. Ίσως είναι η πιο συγκροτημένη και λογική αφηγήτρια, όπως θα αποδειχθεί στο τέλος, η γυναίκα που μαγείρευε και παρατηρούσε τους άλλους. Οι υπόλοιπες γυναικείες φιγούρες είναι η Μέι και η Κριστίν, νύφη και εγγονή του, η Χηντ, η δεύτερη και κατά πολύ νεότερη σύζυγός του και η οποία, όπως θα αποκαλυφθεί κατά τη διάρκεια της ιστορίας, ήταν παιδική φίλη της Κριστίν από την φιλία της οποίας την απόσπασε ο παππούς της (!) σε μια σχεδόν παιδοφιλική σχέση. Επίσης υπάρχει η Βίντα, μια υπάλληλος του ξενοδοχείου, που κι αυτή τον θυμάται γοητευμένη, και της οποίας ο εγγονός Ρόμεν τα φτιάχνει με την Τζούνιορ, το ατίθασο κορίτσι που προσλαμβάνεται στο σπίτι των Κόζι μόλις βγαίνει από το αναμορφωτήριο, με ενέργειες της Χηντ για να βάλει μια τάξη στο αρχείο της και να γράψει τη βιογραφία της. Ο αλληλοσπαραγμός της Χηντ και της Κριστίν δεν έχει τελειωμό μέσα στο «στοιχειωμένο» σπίτι και μόνον η δραστήρια φιγούρα της Τζούνιορ θα το ζωντανέψει ακόμη και ερωτικά αφού δεν παραλείπει να καλεί τον νεαρούλη Ρόμεν στο σπιτικό των Κόζι για ερωτικές και κάποτε σαδομαζοχιστικές στιγμές. Η αφήγηση αλλάζει συνεχώς εστίαση και πηγαινοέρχεται στο παρόν και το παρελθόν, υπερτονίζοντας ορισμένες σκηνές που μοιάζουν ανώφελες στην ιστορία ή παραμερίζοντας βασικότερες πληροφορίες. Πλούσια σε περιγραφές και λογοτεχνικά τερτίπια, επαναφέρει στο νου σκηνές από τον Φώκνερ ή την Γουλφ αλλά χρειάζεται προσεκτικό διάβασμα αφού για την Μόρισον ισχύει το δυσμετάφραστο όπως και για αρκετούς ξένους συγγραφείς. Η μετάφραση σωστή, στο πνεύμα αλλά το κείμενο δεν ρέει. Όμως και το ίδιο συνέβαινε και στο πρωτότυπο και πάντα με το μέτρο του ξενόγλωσσου αναγνώστη που -όμως- διαβάζει τριάντα χρόνια αγγλικά. Πάντως η συγγραφέας Μόρισον βρίσκεται παρών με την άνεσή της να διαπραγματεύεται μικρά και καθολικά θέματα, συγκρουσιακές και οριακές στιγμές της ιστορίας, να υπερασπίζεται τα φυλετικά δικαιώματα και τις αδικίες. Στο συγκεκριμένο βιβλίο την βρίσκουμε κάπως πιο χαλαρή σε σχέση με τα παλιότερα μυθιστορήματά της και πιο γυναικεία. Βέβαια αν δεν μας ξετρέλανε η «Αγάπη» δεν έχει σημασία γιατί η Μόρισον έχει αφήσει ήδη πίσω της τα «Γαλάζια Μάτια» (1970, Νεφέλη 1995), τη «Σούλα» (1973, Νεφέλη 1997, «Το Τραγούδι του Σολομόν» (1977, Οδυσσέας 1982), το «Tar Baby» (1981) τη «Τζαζ» (1992, Νεφέλη 1994), τον «Παράδεισο»(1998, Νεφέλη) και φυσικά την «Αγαπημένη» (1985, Νεφέλη 1989), που ψηφίστηκε από τους New York Times "the single best work of American fiction published in the last 25 years." δηλαδή ως το σημαντικότερο αμερικανικό μυθιστόρημα των τελευταίων 25 χρόνων. Θεόδωρος Γρηγοριάδης